Που πάει η στιγμή, όταν «περνάει και χάνεται»;

Γράφει ο Νίκος Αλέτρας-Αρτινός

Η Λίντα Χάνσον (Σάντρα Μπούλοκ) έχει ένα όμορφο σπίτι, ένα σύζυγο που την αγαπάει και δυο αξιολάτρευτες κόρες. Η ζωή της είναι τέλεια, μέχρι την ημέρα που λαμβάνει τα συνταρακτικά νέα ότι ο σύζυγος της, Τζιμ (Τζούλιαν ΜακΜάχον), σκοτώθηκε σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα. Αλλά, μήπως τελικά αυτό είναι απλά ένα αποκύημα της φαντασίας της; Γιατί όταν ξυπνάει την επόμενη ημέρα, ο σύζυγος της εξακολουθεί να είναι ζωντανός…

Αρχικά, η Λίντα πιστεύει ότι το ατύχημα δεν ήταν παρά ένας εφιάλτης. Μέχρι που επαναλαμβάνεται: κάποιες μέρες ξυπνάει, με τον άντρα της, ζωντανό και δίπλα της,  και  κάποιες άλλες σηκώνεται το πρωί και είναι χήρα. Ζει μια καθημερινότητα παράξενη και χωρίς συνοχή. Ο κόσμος της αναποδογυρίζεται καθώς οι παράδοξες συνθήκες την οδηγούν στην ανακάλυψη ότι η τέλεια ζωή που θεωρούσε ότι ζει, δεν ήταν τελικά και τόσο τέλεια. Αποφασισμένη να διασώσει την οικογένεια της, ξεκινάει μια οργισμένη μάχη με το χρόνο και τη μοίρα, προσπαθώντας να διατηρήσει όλα όσα είχαν χτίσει η ίδια με τον Τζιμ.

Ο κινηματογράφος με θέμα τα ταξίδια στο χωροχρόνο αποτελεί ένα εκρηκτικό-πολλές φορές-μίγμα από δήθεν θεωρητικά τεκμηριωμένες επιστημονικές παραδοξότητες. Αυτές οι επιστημονικές παραδοξότητες ασκούν ακατανίκητη γοητεία στους θεατές  μιας και έχουν να κάνουν  με την αναζήτηση της «στιγμής που περνάει και χάνεται». Αλήθεια, πού πάει «η στιγμή που περνάει και χάνεται»; Μήπως θα μπορούσαμε να την πείσουμε να γυρίσει πίσω; Ή ακόμα καλύτερα, θα μπορούσαμε να την διατάξουμε να σταθεί ακίνητη και ο χρόνος να μην περνάει ποτέ και έτσι να είμαστε αγέραστοι και πάντα νέοι; Το θέμα έχει πολλαπλές επιστημονικές και φιλοσοφικές διαστάσεις και αγγίζει ευαίσθητες χορδές της ανθρώπινης ψυχής. Γι’ αυτό άλλωστε έχουν αναπτυχθεί αρκετές επιστημονικές θεωρίες σχετικά με τα ταξίδια στο χωροχρόνο που τις έχει εκμεταλλευθεί στο έπακρο ο κινηματογράφος παρουσιάζοντας πάντοτε τις δραματικές συνέπειες αυτών.

Διαβάστε   Η Μαργκό Ρόμπι επιστρέφει με φόρα και στυλ...

Το μέγα ζητούμενο στο κινηματογραφικό αυτό υπο-είδος είναι ότι συζητάμε για καλές ταινίες μόνο όταν αυτές οι παραδοξότητες στις οποίες στηρίζονται, παραμένουν μέχρι το τέλος «μυστηριακές και ανεξήγητες», διατηρώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή ακόμα και όταν αυτός έχει βγει από το streaming. Ωραίες ταινίες που διαχειρίζονται το θέμα τους με αυτό τον τρόπο είναι «Η μέρα της Μαρμότας» (με τον σπουδαίο Μπιλ Μάρεϊ) και η «Φονική Συχνότητα» (με τους Τζιμ Καβίζιελ και Ντένις Κουέηντ).

Δυστυχώς το «Premonition» (σημαίνει «προμήνυμα» ή «προαίσθημα») θυσιάζει τις γοητευτικές «παραδοξότητες» στις συμβατότητες των χολιγουντιανών σεναριογράφων και των έτοιμων λύσεων. Το θέμα του φιλμ είναι ελκυστικό και θέτει ενδιαφέροντα ερωτήματα για το αν μπορούμε-μέσω της προαίσθησης- να αλλάξουμε την μοίρα. Τελικά η ταινία ενδιαφέρεται περισσότερο για τις «εντυπώσεις της στιγμής» που προκαλεί ο κινηματογράφος του φανταστικού, παρά για την ίδια την «στιγμή που περνάει και χάνεται» και τις φιλοσοφικές προεκτάσεις του θέματος. Μια ακόμη εμφανής αδυναμία του φιλμ, αφορά τον κεντρικό χαρακτήρα της Λίντα. Η Λίντα διακρίνεται από μια παθητικότητα απέναντι στα γεγονότα και τις εξελίξεις. Δεν οργίζεται, δε νευριάζει απέναντι στη μοίρα. Στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας είναι το κλασικό θύμα, μια «νοικοκυρά σε απόγνωση» που προσπαθεί να καταλάβει τι γίνεται στον χωροχρόνο κάτι που ξενίζει σχετικά με την εξέλιξη και το θέμα της ταινίας. Παρόλα αυτά η Σάντρα Μπούλοκ είναι εκπληκτική και αποτελεί το βασικό ατού της ταινίας.

Όπως αντιλαμβάνεστε, το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στο σενάριο. Πέρα από την άτονη φιγούρα της Λίντα, ένα ακόμη λάθος είναι η προσπάθεια μεταφυσικής εξήγησης στα ασυνήθιστα ταξίδια της.. Στη σκηνή όπου η Σάντρα Μπούλοκ συζητά με έναν ιερέα προσπαθώντας να βρει απαντήσεις στα ερωτήματα που την βασανίζουν, οι θεωρίες που αναπτύσσονται μας κάνουν να νιώθουμε άβολα. Το πρόβλημα λοιπόν είναι οι απαντήσεις. Το καλύτερο θα ήταν να μη δοθούν απαντήσεις. Κάτι τέτοιο δεν έκαναν και οι σεναριογράφοι της «Μέρας της Μαρμότας»; Οι απαντήσεις βρίσκονται στη σφαίρα της φαντασίας του κάθε θεατή και καλύτερα να τις αφήσουμε εκεί.

Διαβάστε   Μιχάλης Κακογιάννης, ο ποιητής του ελληνικού κινηματογράφου

 

 

Εμμονή (Premonition, 2007)

Σκηνοθεσία Mennan Yapo

Ηθοποιοί: Sandra Bullock, Julian McMahon, Amber Valletta

Διάρκεια: 97 ΄

Η ταινία είναι διαθέσιμη σε διάφορες πλατφόρμες streaming