“Ώμορφη” ζωή…

Του Νίκου Αρτινού

Ο απατεώνας Ουξμπάλ «δραστηριοποιείται» στις φτωχογειτονιές και στον υπόκοσμο της Βαρκελώνης, προσπαθώντας να φροντίσει τα δύο ανήλικα παιδιά του. Όταν μαθαίνει ότι πάσχει από ανίατη μορφή καρκίνου του προστάτη, βάζει ως στόχο- τους λίγους μήνες ζωής που του απομένουν- να μην αφήσει εκκρεμότητες που θα ταλαιπωρήσουν τους δικούς του ανθρώπους…

Το «Biutiful» δεν είναι … «Beautiful». Η ανορθογραφία του τίτλου παραπέμπει στα εμπνευσμένα λεκτικά κόλπα του Κουέντιν Ταραντίνο και στο πόνημα του, «Άδωξοι μπάσταρδη» («Inglurious Basterds»), και καταδεικνύει με περισσή σαφήνεια ότι η ζωή- ίσως να είναι «ώμορφη»- πάντως «όμορφη» δεν είναι. Μπορεί να είναι «οραία», με τίποτα όμως δεν είναι «ωραία»! Ο σκηνοθέτης Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου στήνει έναν κινηματογραφικό ύμνο σε όλους τους πατεράδες του κόσμου, οι οποίοι -άδολα και ανυστερόβουλα- καταβάλλουν τα μέγιστα ώστε να «τακτοποιήσουν» τα παιδιά τους, πριν οι ίδιοι φύγουν από τη ζωή. Η ορθογραφία των ικανοτήτων τους και των προσπαθειών τους δεν είναι πάντοτε αυτή που πρέπει, ή δεν ακολουθεί οπωσδήποτε τους κανόνες της γραμματικής. Η κινηματογραφική απόδοση αυτού του ανορθόγραφου ύμνου δεν εκφράζεται με το- γλυκόπικρο, πολλές φορές, και δακρύβρεχτο- μελό τρόπο του Χόλυγουντ. Ο τρόπος του  «Biutiful» είναι γεμάτος με εικόνες και πλάνα βουτηγμένα σε μια γκρίζα, πνιγηρή ατμόσφαιρα, όπου ο θεατής βλέπει το ρεαλισμό της πραγματικής ζωής στον υπερθετικό βαθμό.

Ο Ιναρίτου χρησιμοποιεί όλα τα γνωστά σκηνοθετικά χαρακτηριστικά με τα οποία έγινε διάσημος  μέσα από φιλμ, όπως τα «21 γραμμάρια» και «Βαβέλ». Πολυπρόσωπες, παράλληλες και ταυτόχρονες ιστορίες που αφορούν, κυρίως, χαρακτήρες που διαβιούν στα χαμηλότερα στρώματα της κοινωνικής πυραμίδας και στο περιθώριο. Γενικά,στις ταινίες του, οι ιστορίες συνθέτουν ένα «ασαφές και ρευστό» πάζλ γεγονότων που -μόνο στο φινάλε- ο θεατής αντιλαμβάνεται την αιτιώδη συνάφεια που οδηγεί τους ήρωες στις πράξεις τους. Μόνο στο φινάλε, οι θεατές μπορούν να δουν τη συνολική εικόνα και να κατανοήσουν ότι η ζωή είναι μια σειρά από αλυσιδωτά γεγονότα, που συνδέουν ανθρώπους που-πιθανόν-να μην έχουν συναντηθεί ποτέ τους.

Διαβάστε   Cannes 2018: Τελετή έναρξης σήμερα με το φιλμ του Ασγκάρ Φαραντί "Todos Lo Saben"

Στο «Biutiful», ο Ιναρίτου κινηματογραφεί το σενάριο που έγραψε ο ίδιος. Παρόλο που η κινηματογραφική τεχνική του «Biutiful» ακολουθεί τα προσωπικά του στερεότυπα, η δραματουργική απεικόνιση των γεγονότων είναι πιο σαφής.

Αυτή τη φορά υπάρχει ένας κεντρικός χαρακτήρας, ο Ουξμπάλ και γύρω από αυτόν κινούνται δορυφορικά και αυτόνομα οι υπόλοιποι ήρωες της ιστορίας. Ο Ουξμπάλ είναι ένας τύπος που βιώνει- άλλοτε με στωικό τρόπο και άλλοτε με επαναστατική αυτοθυσία- τον αστικό κοινωνικό βόθρο της σύγχρονης Βαρκελώνης. Λαθρομετανάστες, μικροκακοποιοί, διεφθαρμένοι αστυνομικοί, καταπιεσμένοι δουλέμποροι και οι οικογένειες αυτών, συνθέτουν ένα ποικιλόχρωμο πολυπολιτισμικό μωσαϊκό της ανθρωπότητας που ζει στη σκιά της καπιταλιστικής Ευρώπης. Το φιλμ δεν έχει ντοκιμαντερίστικο ύφος και αισθητική ταινιών τεκμηρίωσης. Αντιθέτως, το ύφος τους είναι απολύτως σινεματικό. Αναπαριστά τη σκληρή πραγματικότητα με σοκαριστικές ποιητικές εικόνες. Η ταινία είναι ένα ιλουστρασιόν underground αριστούργημα.

Το κεντρικό θέμα της ταινίας είναι η ιδέα της πατρότητας, η οποία είναι πάνω απ’ όλα. Ο Ούξμπαλ είναι, πρώτα απ’ όλα, πατέρας και ύστερα όλα τα υπόλοιπα. Θέλει να φροντίσει τα δύο του παιδιά και να τα προστατέψει από όλα αυτά που πιθανόν να λειτουργήσουν διαβρωτικά στις ψυχές τους. Το παράδοξο είναι ότι θέλει να κρατήσει τα παιδιά του «αναλλοίωτα», δηλαδή αγνά και αμόλυντα, ενώ ζουν μέσα σε ένα περιβάλλον αποσύνθεσης και σήψης. Οι προσπάθειές του είναι τρυφερές και συγκινητικές, αν και το αποτέλεσμά τους είναι αμφίβολης επιτυχίας. Η ερμηνεία του Χαβιέ Μπαρδέμ (κέρδισε Όσκαρ Β΄ ανδρικού ρόλου για την ταινία «Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους») στο ρόλο του Ουξμπάλ είναι σπαραξικάρδια και «μιλά» στην ψυχή των θεατών.  Δικαίως, κέρδισε το Βραβείο Ερμηνείας στο φεστιβάλ των Καννών του 2010.

Διαβάστε   "Μητέρα!": Φτάνει κ. Αρονόφσκι, πραγματικά, φτάνει

Η ιστορία διαθέτει επίσης μια αύρα μεταφυσικής, η οποία σε αρκετές σκηνές προκαλεί ανατριχίλα στους θεατές. Ο Ιναρίτου, όμως, συγκρατεί τους ρυθμούς αφήγησης και έτσι το φιλμ δεν εκτρέπεται στα ειδολογικά χωράφια του θρίλερ. Ατμοσφαιρικό και πετυχημένο το soundtrack της ταινίας από το μόνιμο συνεργάτη του Ιναρίτου, Γκουστάβο Σανταολάγια.

 

BIUTIFUL

ΣΚΗΝOΘΕΣΙΑ : Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου

ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ: Χαβιέ Μπαρδέμ, Μαριθέλ Άλβαρες, Ρουμπέν Οτσαντιάνο, Έντουαρντ Φερνάντεζ

Πρόγραμμα:

ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 148΄