“Η Κυρία με το Σκυλάκι”: Η πιο επιτυχημένη κινηματογραφική διασκευή του διηγήματος του Τσέχωφ στο STUDIO new star art cinema

Η Κυρία με το Σκυλάκι, το αριστούργημα του Γιοσίφ Κέιφιτς που θεωρείται η πιο πετυχημένη μεταφορά λογοτεχνικού κειμένου στην οθόνη και βασίζεται στο πολυβραβευμένο διήγημα του Άντον Τσέχωφ, θα προβάλλεται αποκλειστικά στο STUDIO new star art cinema από τις 22 Φεβρουαρίου.

Λίγα λόγια για την ταινία

Η “Κυρία με το σκυλάκι”, αριστοκράτισσα από την επαρχία, συναντά στη Γιάλτα στα τέλη του 19ου αιώνα έναν Μοσχοβίτη φιλόλογο, τον Ντμίτρι Γκούρωφ. Ανάμεσα στους δυο παντρεμένους ξεκινά ένας δεσμός που μοιάζει να είναι προϊόν της ρομαντικής ατμόσφαιρας του παραθαλάσσιου θέρετρου. Η λογική επιβάλλει τη διάλυσή του με την επιστροφή στην πεζή πραγματικότητα. Ωστόσο, ο Γκούρωφ διαπιστώνει πως αυτή η γυναίκα έχει κάτι που δεν τον αφήνει να την ξεχάσει. Όταν οι διακοπές τελειώνουν ο άντρας επιστρέφει στη Μόσχα και η γυναίκα στην άχαρη ζωή της μικρής επαρχιακής πόλης. Παρόλο που οι δύο ερωτευμένοι αποτολμούν κάποιες συναντήσεις, ουσιαστικά η σχέση τους είναι αδιέξοδη, χωρίς μέλλον και καταδικασμένη να σβήσει…

Βασισμένη στο ομώνυμο κλασικό αριστούργημα του Άντον Τσέχωφ, η ταινία του πολυβραβευμένου Σοβιετικού (Λευκορώσου) σκηνοθέτη, Γιοσίφ Κέϊφιτς, θεωρείται μία από τις πιο επιτυχημένες μεταφορές λογοτεχνικού έργου στον κινηματογράφο (ίσως και η πιο πετυχημένη, όπως έχει γράψει και ο Βασίλης Ραφαηλίδης).

Η ιστορία είναι πιστή στο αφήγημα (θα μπορούσε να χαρακτηριστεί είτε μεγάλο διήγημα είτε μικρή νουβέλα) του Τσέχωφ και διαδραματίζεται στα τέλη του 19ου αιώνα. Σ’ ένα παραθαλάσσιο θέρετρο ένας φιλόλογος Μοσχοβίτης θα γνωρίσει μια μικροπαντρεμένη κοπελίτσα από την επαρχία, η οποία δεν βιώνει (ως είθισται σε ανάλογες περιπτώσεις) και τον πλέον ανθόσπαρτο γάμο. Οι δυο τους θα ζήσουν τον έρωτα, ο οποίος μεν θα είναι σύντομης διάρκειας, αλλά γεμάτος πάθος, ένταση και αφοσίωση. Από τη στιγμή που οι διακοπές θα φτάσουν στο τέλος τους, ο άντρας θα επιστρέψει στη Μόσχα και η γυναίκα στην άχαρη, ρουτινιάρικη ζωή του συμβατικού έγγαμου βίου στη μικρή, μουντή και άχαρη επαρχιακή πόλη. Και παρόλο που και οι δυο τους θα αποτολμήσουν κάποιες συνευρέσεις, η σχέση τους είναι a priori αδιέξοδη, με προδιαγεγραμμένη (έστω και «ανοιχτή») την ημερομηνία λήξης.

Ο Κέιφιτς συλλαμβάνει με σκηνοθετική μαεστρία τις λεπτές αποχρώσεις της ειρωνείας του Τσέχωφ, με μία κινηματογραφική (περι)γραφή που θα μπορούσε εύκολα κανείς να τη χαρακτηρίσει ποιητική. Καταφέρνει, με το ασπρόμαυρο κάδρο και την έξοχη κινηματογράφηση των δύο οπερατέρ του να αναπαραστήσει πετυχημένα και εύστοχα τόσο την ατμόσφαιρα της εποχής, όσο επίσης το τέλμα των ανθρώπινων σχέσεων και την έλλειψη ουσιαστικής επαφής και επικοινωνίας, παρουσιάζοντας μια ερωτική σχέση που είναι φανερό εξαρχής ότι δεν έχει κανένα μέλλον μέσα σε μια κοινωνία που δεν ανέχεται τέτοιου είδους «πρωτοποριακά ήθη».

Ειδικότερα δε μετά την επιστροφή του ζεύγους των πρωταγωνιστών στη ρουτίνα της καθημερινότητας, αποτυπώνονται με ενάργεια και ενέργεια τα κενά ψυχικά (αλλά και άψυχα) τοπία τους και η άδεια τους εσωτερικότητα, που ούτε καν η επαναστατική πράξη του έρωτα καταφέρνει να γεμίσει, να (εκ)πληρώσει.

Ο Κέιφιτς αναπαριστά με μεγάλη δεξιοτεχνία την εποχή με μουσειακή ακρίβεια. Τα πλάνα του ποιητικά, η ασπρόμαυρη φωτογραφία τονίζει την εσωτερική μελαγχολία των ηρώων, ενώ εικαστικά τα εξωτερικά πλάνα στη Γιάλτα είναι έκπαγλης ομορφιάς. Από τους πρωτεργάτες του ιστορικού ρεαλισμού, ο Ρώσος σκηνοθέτης καταφέρνει με μαεστρία να σκιαγραφήσει το πορτραίτο του σύγχρονου -τόσο τότε, όσο και σήμερα- ανθρώπου ο οποίος είναι παγιδευμένος στο δόκανο της καθημερινότητάς και δεν μπορεί (ίσως και να μη θέλει), να το αλλάξει.

Διαβάστε   Ο Τεν Τεν... ωσεί παρών!

Η Κυρία με το σκυλάκι σημείωσε στην εποχή της μεγάλη εμπορική αλλά και καλλιτεχνική επιτυχία, όχι μόνο μέσα στα στενά σοβιετικά όρια και τους λεγόμενους «δορυφόρους» του σοσιαλιστικού μπλοκ, αλλά και στη δυτική Ευρώπη. Θεωρείται ως μία από τις πιο σπουδαίες ταινίες του σοβιετικού κινηματογράφου, σε μια εποχή μάλιστα που το σινεμά στη χώρα «πάλευε» ανάμεσα στον αρτηριοσκληρωτικό σοσιαλιστικό ρεαλισμό και στο νέο κύμα των αρχών της δεκαετία του ’60.

 

Ο σκηνοθέτης

Ο Γιοσίφ Κέιφιτς γεννήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου του 1905 στο Μινσκ της Λευκορωσίας. Το 1927 αποφοίτησε από τη Σχολή Οθόνης & Τέχνης του Λένινγκραντ και ένα χρόνο αργότερα από το Ινστιτούτο Ιστορίας της Τέχνης της ίδιας πόλης.

Την ίδια χρονιά κιόλας ξεκίνησε να εργάζεται στο κινηματογραφικό στούντιο «Sovkino» (που αργότερα μετονομάστηκε σε «Lenfilm Studio»). Στον κινηματογράφο έκανε το ντεμπούτο του ως σεναριογράφος (συνεργασθείς με τον Α. Ιβάνοφ και Α. Zάρκι) για να δημιουργηθούν τα σενάρια των ταινιών «Φεγγάρι στα αριστερά» και «Μεταφορά της Φωτιάς». H σκηνοθεσία βέβαια ήταν παιδιόθεν το μεγάλο του πάθος. Και δεν άργησε καθόλου να εκπληρώσει το παιδικό του όνειρο: στο διάστημα 1928-1950 συνεργάστηκε με τον Ζάρκι, δημιουργώντας αρχικά μια ταινία για τη σοβιετική νεολαία («Άνεμος στο πρόσωπο», 1930). Ακολούθησαν οι ταινίες «Μεσημέρι»(1931), και «Hot Denechki» (1935).

Το σπουδαίο του ταλέντο, πάντως, και η μεγάλη καλλιτεχνική του δύναμη, πρωτοεμφανίστηκε ουσιαστικά στην ταινία «Αναπληρωτής Βαλτικής» (1937) και κυρίως στην ταινία «Μέλος της Κυβέρνησης» (1939), που περιέγραφε τη διαδρομή ενός Ρώσου χωρικού (τον οποίο υποδύθηκε ο Μαρέτσκι), από τα χωράφια μέχρι τη θέση του αναπληρωτή του Ανώτατου Σοβιέτ. Ακολούθησαν ένα σετ ταινιών και ντοκιμαντέρ σε συνεργασία με τον Ζάρκι, αλλά το έργο του άρχισε να τυγχάνει πραγματικά μεγάλης αναγνώρισης στη Σοβιετική Ένωση μετά το 1950. Οι ταινίες του «Μια Μεγάλη Οικογένεια» (αυτή ήταν κι η πρώτη που γύρισε μόνος του), «Υπόθεση Ρουμάντσεφ» και «Καλέ μου άνθρωπε» έγιναν μεγάλες επιτυχίες και τον έκαναν διάσημο στη χώρα.  Αμέσως μετά τη γενική αναγνώριση, ο Κέϊφιτς στράφηκε προς τους Ρώσους κλασικούς, μεταφέροντας στη μεγάλη οθόνη έργα του Τσέχωφ, του Τουργκένιεφ και του Κουπρίν («Η κυρία με το σκυλάκι», «Καλός κακός άνθρωπος», «Asya» και «Σούρα»).

Το 1970 η ταινία του «Χαίρε, Μαρία!» πήρε μέρος στο 7ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Μόσχας, ενώ το 1975 o Κέιφιτς έγινε μέλος της κριτικής επιτροπής στην ίδια διοργάνωση (9ο Φεστιβάλ). Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του έργου του θεωρούνται η βαθιά αποκάλυψη της εσωτερικής φύσης των χαρακτήρων του, η λεπτή κατανόηση της κινηματογραφικής γλώσσας και η εκφραστική λεπτομέρεια. Στις ταινίες του Κέιφιτς αναδείχτηκαν ηθοποιοί όπως οι Ίβα Σαβίνα, Αλεξέι Μπατάλοφ, Ανατόλι Παπανόφ, Όλεγκ Νταλ, Βλαντιμίρ Βισότσκι, Λιουντμίλα Μαξάκοβα, Άντα Ρογκόβτσεβα, Έλενα Kορένεβα, Έλενα Προκλόβα κ.ά.

Διαβάστε   Οι Έλληνες Κριτικοί ανέδειξαν ως καλύτερη ταινία του 2019 τα "Παράσιτα"...

Το έργο του σκηνοθέτη έχει τιμηθεί με αρκετά κρατικά και διεθνή βραβεία, συμπεριλαμβανομένου και του Φεστιβάλ των Καννών (όπου βραβεύτηκε με ειδικό βραβείο για τον ευγενή ανθρωπισμό και την καλλιτεχνική αριστεία το 1960 για την ταινία «Η κυρία με το σκυλάκι»). Το κύκνειο άσμα του Κέιφιτς ήταν η δραματική ταινία το «Πλανόδιο λεωφορείο», που προβλήθηκε το 1989.

 

Το ντουέτο των πρωταγωνιστών

Αλεξέι Μπατάλοφ

Γεννημένος το 1928, ο Μπατάλοφ έκανε τα πρώτα του βήματα στο θεατρικό σανίδι σε ηλικία μόλις 14 ετών στην πόλη Μπουγκούλμα, όπου είχε μετακομίσει η μητέρα του από το 1941 έχοντας αποδεχτεί ρόλο στο θέατρο της πόλης. Μετά τον πόλεμο, η οικογένεια επέστρεψε στη Μόσχα, όπου ο νεαρός Μπατάλοφ αποφοίτησε από το σχολείο της Ακαδημίας Τεχνών, της οποίας έγινε μέλος το 1953. Την ίδια χρονιά, μάλιστα, έκανε και το μεγάλο βήμα στο χώρο της έβδομης τέχνης, παίρνοντας τον ρόλο του εργάτη Αλεξέι Ζουρμπίν στην ταινία του Κέιφιτς «Μια μεγάλη οικογένεια».

Ο Κέιφιτς τον επέλεξε και στην επόμενη ταινία του, την «Υπόθεση Ρομάντσεφ» το 1955, ενώ ο ρόλος του στο πολυβραβευμένο (και με το Χρυσό Φοίνικα των Καννών) «Όταν πετούν οι γερανοί» (1957), παρότι μικρός, έχει μείνει στην ιστορία ως ένας από τους καλύτερους της καριέρας του.

Πλέον η καριέρα του Μπατάλοφ είχε απογειωθεί. Από τις ταινίες στις οποίες τα επόμενα χρόνια πρωταγωνίστησε ξεχωρίζουν το «Εννέα μέρες σε ένα χρόνο» (που ψηφίστηκε ως η καλύτερη ταινία του 1962 στην ΕΣΣΔ και ο Μπατάλοφ ως ο καλύτερος ηθοποιός της χρονιάς), καθώς και 17 χρόνια αργότερα το «Η Μόσχα δεν πιστεύει στα δάκρυα», που το 1980 τιμήθηκε με όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Παρόλο που το όσκαρ άνοιγε δρόμους ακόμα και για διεθνή καριέρα και ο Μπατάλοφ είχε πολλές προτάσεις από το εξωτερικό, ο ίδιος προτίμησε να παραμείνει στη Μόσχα, όπου συνεχίζει να ζει και να διδάσκει στο Ρωσικό Κινηματογραφικό Ινστιτούτο, ενώ παράλληλα -παρά τα 85 του χρόνια- εργάζεται σε ραδιοφωνικό σταθμό.

Ίγια Σαββίνα

Γεννημένη στη Μόσχα το 1936, σπούδασε δημοσιογραφία στο κρατικό πανεπιστήμιο της ρωσικής πρωτεύουσας, αλλά δεν ακολούθησε ποτέ το επάγγελμα. Το υποκριτικό της ταλέντο την έκανε περιζήτητη από τα μετεφηβικά της ακόμα χρόνια, τόσο στο χώρο της έβδομης τέχνης όσο και στο πάλκο του θεάτρου. Πρωταγωνίστησε σε περισσότερες από τριάντα ταινίες, από τις οποίες «Η Κυρία με το σκυλάκι» ήταν αυτή που την έκανε διάσημη. Σημαντικές ταινίες επίσης που σημάδεψαν την καριέρα της ήταν «Η ιστορία της Άσια Κλιάτσινα» (1966), η «Άννα Καρένινα» (1967), στην οποία υποδύθηκε την Ντόλυ, και η κωμωδία «Το γκαράζ» το 1979.

 

Ο Άντον Τσέχοφ (1860 –1904) και η “Κυρία με το σκυλάκι”

Ο Άντον Πάβλοβιτς Τσέχωφ γεννήθηκε το 1860. Σπούδασε ιατρική, αλλά τον κέρδισε η αγάπη του για το γράψιμο.

Το συγγραφικό του ταλέντο μάς χάρισε αριστουργήματα, στις σελίδες των οποίων ζωγραφίζεται με εξαιρετικό τρόπο η ψυχολογία των μικροαστικών και φτωχών κοινωνικών στρωμάτων. Ανεπανάληπτοι είναι οι χαρακτήρες που παρελαύνουν στα κυριότερα έργα του, που αποπνέουν άδολο ανθρωπισμό, φινετσάτη ειρωνεία και τρυφερή μελαγχολία.

Διαβάστε   "Η Νιότη του Μαξίμ": η ριζοσπαστικοποίηση ενός μπολσεβίκου...

Η “Κυρία με το σκυλάκι” είναι ένα αφήγημα 6.000 περίπου λέξεων, από τα πιο διάσημα αλλά και αριστουργηματικά που έχει γράψει ο Ρώσος λογοτέχνης και το οποίο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1899. Η ιστορία περιλαμβάνει τέσσερα μέρη: την αρχική συνάντηση στη Γιάλτα (μαζί με τη δραματουργική ολοκλήρωση της υπόθεσης και του υπόλοιπου χρόνου στη διάρκεια της παραμονής τους εκεί), την επιστροφή του Ντμίτρι Γκούρωφ στη Μόσχα, την επίσκεψή του στην πόλη της Άννας, και τέλος τις επισκέψεις της γυναίκας στη Μόσχα.

Ο Τσέχωφ παρουσιάζει τη Γιάλτα ως μια ρομαντική όαση για την Άννα και τον Ντμίτρι, ένα μέρος γεμάτο από χρώμα, ελευθερία και μια οικειότητα την οποία δεν μπορούν να ελπίζουν ότι θα βιώσουν κάπου αλλού. Οι δύο εραστές φανερώνουν διαρκώς ανασφάλειες σχετικά με το τι σκέφτεται ο ένας για τον άλλο. Έτσι η Άννα φοβάται μην τυχόν ο Ντμίτρι τη θεωρήσει «κοινή γυναίκα», ενώ ο Ντμίτρι πιστεύει ότι η καλή του εξαπατήθηκε και έχει αποκομίσει ψεύτικη εντύπωση για τον ίδιο, θεωρώντας τον δήθεν εξαίρετο και ευγενή άνθρωπο. Κι αυτό γιατί και οι δύο αναγνωρίζουν ότι η σχέση τους βασίζεται σε προηγούμενες απογοητεύσεις και μελλοντικές ελπίδες, καθώς και στις επιθυμίες του παρόντος.

Δεν υπάρχει κάποια απλή γραμμική εξέλιξη στην αφήγηση του Τσέχωφ. Οι αναγνώστες καλούνται να αναρωτηθούν τι συνέβη στα παρασκήνια και το πώς θα συνεχίσουν τις ζωές τους οι δύο χαρακτήρες της νουβέλας. Πράγματι, προκειμένου να κατανοήσουμε αυτή την ιστορία, θα πρέπει να μαντέψουμε τι συνέβη πριν από τα γεγονότα και, βεβαίως, τι θα συμβεί μετά από αυτά. Τον Ντμίτρι μπορεί να τον δούμε και ως ένα γερασμένο γόη γυναικά, ο οποίος εισέρχεται στα χρόνια του λυκόφωτος και εξαπατά την Άννα ακριβώς όπως ο ίδιος αντιλαμβάνεται ότι εξαπατούσε και τον εαυτό του εδώ και πολλά χρόνια. Και ακριβώς επειδή ο Ντμίτρι αναπολεί τη θέα της Γιάλτας και την απεριόριστη μεγαλοπρέπεια και ομορφιά της, η Μόσχα του φαίνεται αφόρητη και θλιβερή.

Το δυνατό ύφος του συγγραφέα αναγνωρίζεται από την οικονομία της γλώσσας που ποτέ δεν λέει περισσότερα από όσα χρειάζονται. Αποτυπώνει την πολυπλοκότητα, διατηρώντας ταυτόχρονα την ένταση των συναισθημάτων των χαρακτήρων του σε λίγα λόγια. Ο συγγραφέας γράφει σαν να ζωγραφίζει ένα έργο όχι μεγάλο σε έκταση, αλλά αισθητικά οικείο. Χρησιμοποιεί τα χρώματα για να αποδώσει την αλλαγή στο πνεύμα και στα συναισθήματα των χαρακτήρων του, καθώς αυτοί γυρίζουν από το εντυπωσιακό και μεγαλειώδες στο υποτονικό, καθημερινό και πεζό. Για παράδειγμα, τα γερασμένα μαλλιά του Ντμίτρι Γκούρωφ περιγράφονται σαν γκρίζα, φοράει συχνά γκρίζα κοστούμια, ενώ η θάλασσα στη Γιάλτα είναι διαποτισμένη με μια απαλή και ζεστή απόχρωση λιλά, ενώ μια χρυσή γραμμή ψηλά από το φεγγάρι σπάει τη μονοτονία του χρώματος.

 

Η Κυρία με το Σκυλάκι (The Lady with the Dog, 1960)

Σκηνοθεσία: Iosif Kheifits

Ηθοποιοί: Iya Savvina, Aleksey Batalov

Διάρκεια: 89′