Τρόμος στη «Λίμνη των Κύκνων»…

Γράφει ο Νίκος Αλέτρας-Αρτινός

Η Νίνα, μια όμορφη ταλαντούχα μπαλαρίνα με πολλές ανασφάλειες, ζει στη Νέα Υόρκη με την καταπιεστική-πρώην μπαλαρίνα-μητέρα της. Η μεγάλη ευκαιρία για την ανάδειξη του ταλέντου της Νίνα έρχεται, όταν ο καλλιτεχνικός διευθυντής Τομά Λιρόϊ αποφασίζει να ανεβάσει την “Λίμνη των Κύκνων” σε μια πρωτότυπη και αρκετά προχωρημένη εκδοχή: η χορεύτρια η οποία θα υποδυθεί το Λευκό Κύκνο θα πρέπει παράλληλα να υποδυθεί και τον Μαύρο Κύκνο. Η Νίνα καταφέρνει να πάρει το ρόλο.  Όμως ο ρόλος αυτός την οδηγεί σταδιακά στην παράνοια, αφού θα πρέπει να αναδείξει τη σκοτεινή πλευρά του εαυτού της. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τη δυναμική και όμορφη Λίλι, η οποία αποτελεί την αντικαταστάτριά της στην παράσταση …

Εξαιρετικό διακειμενικό δείγμα κινηματογράφου.  Ο τρόμος συναντά την ψυχανάλυση και η υψηλή Τεχνική, την-υψηλών νοημάτων-Τέχνη.  Ο Ντάρεν Αρονόφσκι σκηνοθετεί τη «Λίμνη των Κύκνων» σα να είναι ένα σκοτεινό θρίλερ τρόμου. Νομίζω ότι είναι η καλύτερη ταινία του.  Ο σκηνοθέτης εδώ, επαναλαμβάνει το μοτίβο στο οποίο εντρύφησε σε προηγούμενα φιλμ του («Ρέκβιεμ για ένα όνειρο»,  «ο Παλαιστής»).  Η ηρωίδα του «Μαύρου Κύκνου» είναι παγιδευμένη σε ένα φαύλο κύκλο απωθημένων,  συναισθημάτων,  απόκρυφων επιθυμιών και αδιεξόδων.  Πασχίζει να φτάσει στην κορυφή της επαγγελματικής επιτυχίας-που έχει να κάνει με την τέχνη του χορού-έτσι ώστε από κει να έχει μια πανοραμική άποψη των δρόμων διαφυγής από τη δυστυχία της ζωής της. Καθώς αγωνίζεται να φτάσει στην κορυφή,  υπάρχει ένα μόνο εμπόδιο (ή τουλάχιστον έτσι νομίζει): ο κακός της εαυτός! Ο Λευκός Κύκνος φοβάται το Μαύρο Κύκνο, μόνο που και οι δύο υπάρχουν στην ψυχή της Νίνας.  Όμως, όσο κι αν τη φοβίζει ο  Μαύρος Κύκνος, η Νίνα βαθιά μέσα της ξέρει ότι μόνο με τη βοήθεια του, θα φτάσει στην κορυφή.  Κλασικό μοτίβο του Αρονόφσκι.  Οι ήρωες του φτάνουν στον εξαγνισμό μόνο μέσω της αυτοκαταστροφής. Μόνο αν αποδεχθούν τον κακό τους εαυτό.  Αυτό είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της σκηνοθετικής εμμονής του Αρονόφσκι, που έχει να κάνει με την ψυχανάλυση της κεντρικής ηρωίδας του.

Διαβάστε   "Η Φάλαινα": Ο Μπρένταν Φρέιζερ επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη με μια συγκινητική ερμηνεία στο ανθρωποκεντρικό δράμα του Ντάρεν Αρονόφσκι

Από την άλλη, υπάρχει και η άλλη ανάγνωση στη θέαση του «Μαύρου Κύκνου». Και αυτή έχει να κάνει με την ψυχανάλυση αυτή τη φορά, όμως, όχι του ανθρώπου αλλά του καλλιτέχνη. Ο καλλιτέχνης (στην προκειμένη περίπτωση η μπαλαρίνα Νίνα) προσπαθεί να πετύχει την τελειότητα στην ερμηνεία της.  Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως διά μέσου της αποκάλυψης του συναισθήματος, κάτι που αποδεικνύεται επίπονο,  ψυχαναγκαστικό, (αυτο)καταστροφικό  και, εν τέλει, εξαγνιστικό. Η Νίνα πρέπει να αποκαλύψει το συναίσθημα για να πετύχει μια θεϊκή ερμηνεία.  Πρέπει να ξεγυμνώσει την ψυχή της,  να κοιτάξει στην αθέατη πλευρά της,  εκεί όπου κρύβονται τα τέρατα,  να τα κοιτάξει κατάματα, να τα αντιμετωπίσει,  να ματώσει και στο τέλος να παραδοθεί στα χειροκροτήματα του φιλοθεάμονος και αδηφάγου κοινού που θα την αποθεώσει.  Ισορροπία δεν υπάρχει στο συναίσθημα.  Ούτε στην ερμηνεία του καλλιτέχνη.  Μόνο αίμα, εφιάλτες και απώλεια της αίσθησης της πραγματικότητας, που οδηγούν στην τελειότητα.

Αυτές είναι οι δύο απόψεις που γεννά η θέαση της ταινίας του Αρονόφσκι.  Βέβαια, υπάρχει και μια τρίτη άποψη.  Αυτή του μέσου θεατή, που δε θα δει τίποτα από τα παραπάνω παρά μόνο ένα εκπληκτικό ψυχολογικό θρίλερ τρόμου, που προσφέρει εντυπωσιακές σκηνές σασπένς και ανατριχίλας. Έτσι οδηγεί την ιστορία σε μια εκπληκτική κορύφωση, καθώς ανασκαλεύει τον παιδεμένο ψυχισμό της Νίνας, που θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις απαιτήσεις της μητέρας της και του σκηνοθέτη της παράστασης, όπως επίσης και τα σεξουαλικά της απωθημένα.

Όποια ανάγνωση και αν επιλέξει ο θεατής, το αποτέλεσμα είναι συναρπαστικό.  Ο Αρονόφσκι καταλήγει στο στόχο του – όποιος κι αν είναι αυτός – συγκροτώντας ένα «μοντάζ  μονοπλάνων» – που επιτυγχάνεται κυρίως με την «κάμερα στο χέρι» – σε συνδυασμό με οδυνηρά γκρο πλαν και υποκειμενικά πλάνα, που κάνουν τους θεατές να «δουν» με τα μάτια της ηρωίδας.  Η αφήγηση περιέχει μερικές σπουδαίες σκηνές φανταστικού τρόμου, ενώ ο Αρονόφσκι «προβοκάρει» την έννοια του φυσιολογικού με μια εκπληκτική ερωτική σκηνή ανάμεσα στη Νάταλι Πόρτμαν και την πανέμορφη Μίλα Κούνις.  Παράλληλα, η μουσική του Τσαϊκόφσκι για τη «Λίμνη των Κύκνων» όπως και το πρωτότυπο σάουντρακ του Κλιντ  Μανσέλ, «μιξάρονται» αρμονικά για να αναδείξουν τις ψυχολογικές μεταπτώσεις και τις αγωνίες της ηρωίδας.  Ο Αρονόφσκι είναι και Τεχνίτης και Καλλιτέχνης.

Διαβάστε   Η Μάχη του Αλγερίου

Στην Αμερική η ταινία έκανε πρεμιέρα σε περιορισμένο αριθμό αιθουσών στις 3 Δεκεμβρίου 2010 ενώ στην Ελλάδα κυκλοφόρησε στις 27 Ιανουαρίου 2011. Απέσπασε εξαιρετικά σχόλια από τους κριτικούς και έγινε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία αποφέροντας 329,3 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. Έλαβε πέντε υποψηφιότητες για Όσκαρ μεταξύ των οποίων Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας, κερδίζοντας εκείνο στην κατηγορία Α’ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της Νάταλι Πόρτμαν. Η Πόρτμαν βραβεύτηκε επίσης με Χρυσή Σφαίρα, BAFTA και Screen Actors Guild Award Α’ Γυναικείου Ρόλου.

 

Μαύρος Κύκνος (Black Swan, 2010)

Σκηνοθεσία: Darren Aronofsky

Ηθοποιοί: Natalie Portman, Vincent Cassel, Mila Kunis, Barbara Hershey, Winona Ryder

Διάρκεια: 108΄

Η ταινία είναι διαθέσιμη για streaming στο Netflix