“Επιχείρηση Χάος”: το storyboard στην υπηρεσία της κινηματογραφικής παραγωγής

Του Νίκου Αρτινού

Μια επίλεκτη ομάδα ειδικών δυνάμεων έχει αναλάβει να εξοντώσει τον Τάμα, τον πιο αδίστακτο εγκληματία της Τζακάρτα που εδρεύει σε ένα τεράστιο ρημαγμένο κτίριο παρέα με δολοφόνους, βιαστές, ναρκομανείς και κλέφτες. Η αποστολή εκτός από μυστική είναι και η πρώτη που συμμετέχει ο Ράμα, ένα νεοσύλλεκτο μέλος της ομάδας των αστυνομικών. Όταν η αποστολή αποκαλύπτεται κι ο Τάμα υπόσχεται ασυλία σε όποιον προσφερθεί να σκοτώσει τους αστυνομικούς-εισβολείς, ο Ράμα θα χρειαστεί να επιστρατεύσει όλο του το θάρρος για να βγει ζωντανός από μια εφιαλτική δοκιμασία που τον περιμένει σε κάθε ένα από τους 30 ορόφους του κτιρίου.

Εντυπωσιακό και συναρπαστικό υβρίδιο τυπικής χολιγουντιανής ταινίας δράσης και ταινίας κινηματογράφου του Τρίτου Κόσμου. Η ιστορία είναι τυπικά χολιγουντιανή σε ότι αφορά την σεναριακή της δομή (κάτι σαν το Πολύ σκληρός για να πεθάνει με αρκετές προσθήκες κλειστοφοβικού σασπένς και σκηνών πολεμικών τεχνών) ενώ οι ηθοποιοί και το περιβάλλον προσαρμόζονται στα τυπικά γνωρίσματα της εθνικής κινηματογραφίας της Ινδονησίας. Το αποτέλεσμα «βάζει τα γυαλιά» σε πολλές ανάλογες πανάκριβες παραγωγές του Χόλιγουντ ενώ, απ’ ότι φαίνεται, η ταινία αποτελεί ένα πρότυπο δείγμα για το σινεμά του μέλλοντος: τυπικά αμερικάνικες ιστορίες προσαρμοσμένες και εναρμονισμένες με το «έθνικ» σινεμά της χώρας παραγωγής. Ανάλογα δείγματα μπορούμε να εντοπίσουμε και στις νέες παραγωγές του Bollywood, στις οποίες το ψηφιακό θέαμα και η αμερικανοποιημένη συμπεριφορά των Ινδών ηρώων έχει ενσωματωθεί-πολλές φορές σαν ιός!-στην εθνική τους κουλτούρα. Όλοι θέλουν να μοιάσουν στο Χόλιγουντ και έτσι βρίσκουν διάφορους τρόπους για να το «παντρέψουν»-αισθητικά-με το εθνικό τους σινεμά.

Στην περίπτωση του Επιχείρηση Χάος το «πάντρεμα» έγινε διαμέσου του νεαρού Ουαλού σκηνοθέτη Γκάρεθ Έβανς (Apostle) , ο οποίος βρέθηκε στην Ινδονησία το 2007 προκειμένου να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ με θέμα την πολεμική τέχνη Pencak Silat. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, καθώς κατέγραφε τις κινήσεις και τα στυλ των μεγάλων δασκάλων αυτής της τέχνης, κατάλαβε ότι είχε μπροστά του ένα πολύ δυνατό υλικό για ταινία. Ειδικά ένας από τους μαθητές, ένας οδηγός φορτηγού που εργαζόταν για μια εταιρία τηλεπικοινωνίας, ο Ίκο           Ουβάις, φάνηκε ότι ενσάρκωνε τέλεια την ιδέα που είχε στο μυαλό του ο Έβανς.
Ο σκηνοθέτης πλησίασε τον Ουβάις και του εξήγησε ότι έπρεπε να γυρίσει πίσω στην Ουαλία, αλλά του υποσχέθηκε ότι θα επιστρέψει για να κάνουν μια ταινία με πολεμικές τέχνες μαζί. Ο Ουβάις δεν τον πίστεψε, αλλά τελικά 6 μήνες μετά δούλευαν για την παραγωγή της ταινίας «Merantau».
To φιλμ Merantau πήρε το όνομα του από μια παλιά ιεροτελεστία της Ινδονησίας και διηγείται την ιστορία ενός δεξιοτέχνη του Silat που αφήνει την οικογένεια του στην ύπαιθρο και ξεκινάει μια προσωπική διαδρομή με προορισμό την Τζακάρτα, όπου μάχεται για να σώσει ένα αθώο κορίτσι από σωματέμπορους. Το Merantau πήρε πολύ καλές κριτικές σε διεθνή φεστιβάλ, προκαλώντας το ενδιαφέρον όχι μόνο για την πολεμική τέχνη Pencak Silat αλλά και για την επόμενη συνεργασία του σκηνοθέτη με τον πρωταγωνιστή.
‘Έτσι προέκυψε το Επιχείρηση Χάος όπου ο Έβανς είχε την ευκαιρία να ξαναδουλέψει με τον Ίκο Ουβάις και να πειραματιστεί σε μια ιστορία που διαδραματίζεται, κυρίως, σ’ ένα χώρο προσδοκώντας έτσι ότι θα εύρισκε πιο εύκολα χρηματοδότηση. Επίσης, ο σκηνοθέτης αποφάσισε να εντάξει, πέρα από την πολεμική τέχνη του  Silat, και άλλες μορφές πολεμικών τεχνών εντείνοντας έτσι το ενδιαφέρον των φαν θεατών. Για να καταστρωθούν οι σκηνές μάχης, οι πρωταγωνιστές χορογραφούσαν μόνοι τους τις σκηνές μάχης με τις κλωτσιές, τις αποκρούσεις, τις μπουνιές και τα κλειδώματα και μετά την παρουσίαζαν στον σκηνοθέτη, οπότε και δούλευαν όλοι μαζί την αρχή, την μέση και το τέλος κάθε σκηνής μάχης, προσθέτοντας τις κατάλληλες παύσεις για να μπορεί το κοινό να πάρει μια ανάσα.
Στη συνέχεια ο Έβανς κινηματογραφούσε με μια handicam, καταγράφοντας τη σκηνή σε κάθε της λεπτομέρεια. Έτσι, η μάχη έσπαγε στα επιμέρους κομμάτια της και προέκυπτε ένα λεπτομερές storyboard με τις κατάλληλες γωνίες για κάθε γροθιά και κλωτσιά. Αυτή η χρονοβόρα διαδικασία, που πήρε μέχρι και βδομάδες, διαμόρφωσε το τελικό υλικό κατά 99%. Τα storyboards μοιράστηκαν σε όλα τα τμήματα, από τους οπερατέρ μέχρι τους μακιγιέρ οπότε όλοι ήξεραν τα πλάνα της κάθε σκηνής.
Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας διαδραματίζεται μέσα σε ένα ρημαγμένο κτίριο, γεγονός που επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις στους θεατές. Τα γυρίσματα μέσα σ’ αυτό, δίνουν την αίσθηση στους θεατές, ότι περιπλανώνται σε έναν ατελείωτο λαβύρινθο από δωμάτια και διαδρόμους, όπου οποιαδήποτε στιγμή καραδοκεί ο κίνδυνος. Εξίσου σημαντικό ρόλο παίζει φυσικά και το στυλ κινηματογράφησης. Αξιοποιώντας ως επί το πλείστον την κάμερα στο χέρι κι ένα επιθετικό τρόπο καταγραφής, ο Έβανς πέτυχε να εισάγει τον θεατή σε έναν σκληρό κόσμο που όμως έχει σαφή γεωγραφική όρια. Η κάμερα δείχνει να ταξιδεύει παντού, να ακολουθεί τους πρωταγωνιστές μέσα από παράθυρα και πατώματα, πόρτες και τοίχους ακολουθώντας το ρυθμό της δράσης.

Διαβάστε   Έλλη Λαμπέτη: Η θυελλώδης ζωή της θρυλικής ηθοποιού

Προσωπικά εντυπωσιάστηκα και απόλαυσα την ταινία. Μάλιστα σε πολλές σκηνές αναζήτησα στο διαδίκτυο επιπλέον πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο τις γύρισε ο Έβανς. Σε μια δύσκολη τεχνικά σκηνή της ταινίας η κάμερα ακολουθεί τον πρωταγωνιστή, καθώς πηδάει μέσα από μια τρύπα στο πάτωμα και καταλήγει στο κάτω δωμάτιο, όπου συνεχίζει να παλεύει. Για να γυριστεί η σκηνή, χρειάστηκαν δύο οπερατέρ: o πρώτος οπερατέρ ήταν κρεμασμένος από σύρμα στο πάνω δωμάτιο κι ο άλλος τον περίμενε στον κάτω όροφο. Όταν ο Ράμα περνάει μέσα από την τρύπα, το συνεργείο χαμήλωνε τον οπερατέρ που κρεμόταν από το σύρμα για να καταγράφει την κίνηση του πρωταγωνιστή, ενώ σε κάποιο σημείο περνούσε την κάμερα στον δεύτερο αθέατο (φυσικά) οπερατέρ που τον περίμενε από κάτω.

Το φιλμ κέρδισε το Βραβείο Κοινού Midnight Madness Award στο κινηματογραφικό φεστιβάλ του Τορόντο, συμμετείχε στα Φεστιβάλ Sundance 2012 και SXSW Film Festival 2012, ενώ ακολούθησε η συνέχεια του το 2014 με το εξίσου επιτυχημένο The Raid: Berandal σε σκηνοθεσία και πάλι του Γκάρεθ Έβανς.

 

Επιχείρηση Χάος (The Raid, 2011)

Σκηνοθεσία: Γκάρεθ Έβανς

Ηθοποιοί: Ίκο Ουβάις, Ντόνι Αλάμσια, Ανάντα Τζορτζ

Διάρκεια: 101΄