ANON: παραδώσαμε την ιδιωτικότητα μας, στην υπηρεσία της ευκολίας…

Στις 15 Ιουνίου του 2013, ο διεθνώς αναγνωρισμένος και διακεκριμένος πολιτικός συντάκτης της The Guardian, Γκλεν Γκρίνγουολντ, δημοσίευσε μια σειρά από εκθέσεις βασισμένες στις αποκαλύψεις του πρώην υπαλλήλου της NSA (Εθνική Υπηρεσία Ασφάλειας) Έντουαρντ Σνόουντεν. Έτσι ξεκίνησε ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά σκάνδαλα της δεκαετίας, ενώ ο Σνόουντεν συνέχιζε να διοχέτευει στον τύπο σχεδόν 10.000 απόρρητα έγγραφα που αποκάλυπταν πληροφορίες σχετικά με τα πρoγράμματα μαζικής παρακολούθησης που εφαρμόζει η  Αμερικανική  κυβέρνηση σε συνεργασία με διεθνείς παράγοντες. Οι πληροφορίες αποκαλύπτουν ότι αυτά τα προγράμματα με τη συνεργασία εταιριών τηλεπικοινωνιών και ευρωπαϊκών κυβερνήσεων παρακολούθησης δίνουν στη NSA πρόσβαση σε προσωπικές τηλεφωνικές συνομιλίες και σε οποιοδήποτε online ιστορικό οποιουδήποτε πολίτη, όλα αυτά χωρίς ένταλμα. Ενώ η ιστορία αυτή κυριάρχησε στις ειδήσεις εκείνη τη χρονιά, λίγα άλλαξαν και η δημόσια κατακραυγή αποσιωπήθηκε.

Το 2016, ο 21χρονος Ρώσος φωτογράφος Ίγκορ Τσβέτκοβ έκανε ένα κοινωνικό πείραμα για ένα έργο με τίτλο «Your Face Is Big Data». Ο φωτογράφος πέρασε 6 εβδομάδες τραβώντας φωτογραφίες εκατό αγνώστων στο μετρό της Αγίας Πετρούπολης πριν χρησιμοποιήσει μια εφαρμογή αναγνώρισης προσώπων για να εντοπίσει τα προφίλ τους ανάμεσα στα 55 εκατομμύρια χρηστών στο μεγαλύτερο μέσο κοινωνικής δικτύωσης της Ρωσίας. Μέσα από το λογισμικό της αναγνώρισης προσώπου, ο φωτογράφος μπόρεσε χωρίς κόπο να αναγνωρίσει και να εντοπίσει το 70% των επιβατών που φωτογράφησε εν αγνοία τους.

Ο προφητικός δημιουργός Άντριου Νίκολ έχει ασχοληθεί ήδη από το 1997 με θέματα της τεχνολογίας και των επιπτώσεων της στην ανθρώπινη ζωή. Ξεκίνησε με το ντεμπούτο του, που έκλεψε τις εντυπώσεις κοινού και κριτικών, το καταπληκτικό «Gattaca». Πολύ σύντομα ακολούθησε το βραβευμένο με Όσκαρ σενάριο του για το «The Truman Show», καθώς και τα «Lord of War», «In Time» και «Good Kill». Όλα ανεξαιρέτως έθεταν ερωτήματα για τις ηθικές επιπτώσεις της τεχνολογικής ανάπτυξης.

Στο «Anon», ο Νίκολ επικεντρώνεται στην εξερεύνηση της τεχνολογίας της πληροφορίας και την έλλειψη ιδιωτικότητας στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, του Σνόουντεν και του WikiLeaks, ενώ επιστρέψει στην αισθητική του φιλμ νουάρ, όπως έκανε στην ταινία που εγκαινίασε την καριέρα του.

Το «Anon» διηγείται την ιστορία του Σαλ Φρίλαντ, ενός αστυνομικού που πρέπει να λύσει μια σειρά δολοφονιών που μοιάζουν να συνδέονται. Στο κοντινό μέλλον, όμως, κάθε ντετέκτιβ έχει ένα πλεονέκτημα, αφού οι ζωές όλων καταγράφονται εξονυχιστικά και φορτώνονται στον Αιθέρα, στον οποίο έχει πρόσβαση η αστυνομία. Κανένας και τίποτα δεν μένει στην ανωνυμία, αφού ακόμα και όταν περπατάς στον δρόμο κάθε άνθρωπος που βλέπεις, το ρολόι που φοράει, το μαγαζί που αγόρασε το αυτοκίνητο του, εμφανίζονται. Η πληροφορία είναι περιρρέουσα. Η ιδιωτικότητα όπως την ξέρουμε σήμερα έχει εκλείψει εντελώς και έτσι η εγκληματικότητα φθίνει. Χωρίς το καταφύγιο της ανωνυμίας, η εγκληματική δραστηριότητα περιορίζεται σε μικροεγκλήματα και πολύ σπάνια προκύπτουν σοβαρά εγκλήματα, κι αυτά συνήθως σε στιγμές πάθους. Τα ενοχοποιητικά στοιχεία είναι τόσο εύκολα προσβάσιμα από την αστυνομία που έχει καταλήξει να κάνει κυρίως γραφειοκρατική δουλειά. Ο ρόλος της είναι πιο πολύ συμβολικός. Οι χρονοβόρες διαδικασίες απόδοσης δικαιοσύνης έχουν καταρρεύσει αφού είναι πια πολύ εύκολες, σαν να κατεβάζεις μία ταινία στο διαδίκτυο.

Ο Φρίλαντ πολύ γρήγορα καταλαβαίνει ότι στις δολοφονίες αυτές υπάρχει ένα στοιχείο που υπονοεί ένα μεγάλο ρήγμα στο σύστημα. Κάποιος έχει καταφέρει να χακάρει τον Αιθέρα και να μοντάρει τα αρχεία, αντικαθιστώντας στιγμές με αδιάφορη δραστηριότητα για να καλύψει εγκλήματα. Ο Φρίλαντ είναι πολύ πιεσμένος και παράλληλα έχει μία παράξενη εμπειρία. Μία μέρα περνάει από δίπλα του μία γυναίκα που δεν έχει φάκελο. Πρέπει να τη ξαναβρεί, ακόμα κι αν στην ψηφιακή πραγματικότητα δεν υπάρχει πουθενά.

«Είναι στο πίσω μέρος του μυαλού μου για χρόνια να πω μια ιστορία που εξερευνά τη διαμάχη ανάμεσα στην ασφάλεια και την ιδιωτικότητα» εξηγεί ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Άντριου Νίκολ. «Όλοι καταγράφουμε τις ζωές μας μέχρι ένα βαθμό με τα κινητά μας και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είναι κοινό να πειράζεις φωτογραφίες και βίντεο».

Στην ταινία, ο Νίκολ θέτει ερωτήματα για το τέλος της ιδιωτικής ζωής, που η κοινωνία μας μοιάζει να μην θέτει πια. Το ενδιαφέρον στοιχείο της δημιουργίας του είναι ότι δεν το κάνει μέσα από ένα ντοκιμαντέρ, αλλά με ένα θρίλερ που ικανοποιεί το κοινό με όλα τα στοιχεία του είδους, από τον φωτισμό μέχρι τον αντιήρωα που δεν μπορεί να μην αποπλανηθεί από τη μοιραία γυναίκα. Το μυαλό του δημιουργού μοιάζει να δουλεύει ένα βήμα πιο μπροστά και έτσι αναρωτιέται πόση ακόμα ιδιωτικότητα θα παραχωρήσουμε και με ποιο κόστος.

Διαβάστε   Τομ Κρουζ: επέλεξα να κάνουμε γυρίσματα στο Παρίσι επειδή είναι η πόλη του σινεμά (premiere footage)

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΕΙΔΕ ΠΟΛΛΑ

Στο επίκεντρο της ιστορίας είναι ο χαρακτήρας του Σαλ Φρίλαντ, ενός εξουθενωμένου αστυνομικού. «Ο Σαλ είναι ένας άντρας που έχει δει τα πάντα» λέει ο Νίκολ. «Αυτό είναι δύσκολο για κάποιον που η δουλειά του είναι να παρακολουθεί τους άλλους. Ξέρει ότι η τεχνολογία έχει μειώσει τη δουλειά της αστυνομίας σε υπαλληλίκι, αλλά καταλαβαίνει ότι το τέλος του εγκλήματος μπορεί να είναι απλώς η αρχή του. Μπαίνει σε μία εποχή που δεν μπορείς να πιστέψεις ούτε στα μάτια σου».

Για να ενσαρκώσει αυτή τη σχεδόν υπαρξιακή κούραση, ο Νίκολ στράφηκε στον Κλάιβ Όουεν. «Πάντα ήθελα μια ταινία για να συνεργαστώ με τον Κλάιβ. Έχει μια νουάρ ποιότητα και ταιριάζει τέλεια με τον ρόλο και τον κόσμο που έχτισα. Στα μάτια του μπορούσα να δω όλο την εξάντληση που ήθελα να έχει ο χαρακτήρας».

Για τον Όουεν ο χαρακτήρας του Σαλ ήταν κάποιος που καταλάβαινε ενστικτωδώς. «Αναζητά έναν δολοφόνο που δεν έχει φάκελο και νομίζω ότι υπάρχει ένα κομμάτι του που συνδέεται με την ανωνυμία. Έχει μια λαχτάρα για αυτή τη μοναξιά και η υπερβολική δόση τεχνολογίας τον έχει κουράσει. Αυτή η υπόθεση του αρέσει γιατί συνάντησε ένα κορίτσι που ζει εκτός συστήματος, που έχει ιδιωτική ζωή».

Αλλά ο Σαλ Φρίλαντ επιθυμεί μία ιδιωτικότητα που μοιάζει με κάτι πιο βαθύ. Τη λήθη. «Το κλειδί στον χαρακτήρα μου είναι αυτό που συνέβη στο παρελθόν. Ο γιος του πέθανε και νιώθει υπεύθυνος για αυτό» επισημαίνει ο Όουεν. Όσο εφιαλτική κι αν είναι αυτή η εμπειρία, είναι ακόμα χειρότερη στο σύμπαν της ταινίας. «Η ιδέα ότι έχεις πρόσβαση σε ό,τι συνέβη ξανά και ξανά, σημαίνει ότι υπάρχουν άνθρωποι που καταλήγουν εντελώς χαμένοι. Αναλώνονται από αυτό. Αυτό είναι σίγουρο για τον Σαλ, ειδικά όταν πιάνει πάτο. Λένε ότι ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός, αλλά αν μπορείς να ξαναζήσεις κάτι όποτε θες, αν αυτό είναι προσβάσιμο αμέσως, όσο φριχτό κι αν είναι, τότε αυτόματα το ζεις ξανά και ξανά» εξηγεί ο πρωταγωνιστής. Ο Όουεν θεωρεί τρομαχτική αυτή την ιδέα και συμπληρώνει: «Αν φανταστείς ότι όλες μας οι αναμνήσεις είναι προσβάσιμες, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα διαλέγεις μόνο τις καλές».

Στην πρώτη της συνεργασία με τον Όουεν, η Αμάντα Σέιφριντ σχολιάζει για την ευκολία με την οποία μπήκε ο πρωταγωνιστής το πετσί του ρόλου: «Είναι θαρραλέος. Έχει αυτοπεποίθηση, αλλά ακόμα κι έτσι βλέπεις ότι μπορεί να καταρρεύσει πολύ εύκολα». Η ένταση του χαρακτήρα έρχεται από την ερώτηση του αν το θάρρος του Σαλ προκύπτει από αυτοπεποίθηση ή επειδή δεν έχει τίποτα να χάσει. Ο Όουεν παίζει ανάμεσα στα δύο σε όλη την ταινία.

Πολύ γρήγορα αποκαλύπτεται ότι χάκερς μπορούν να χειριστούν τη μνήμη σου, κάτι που μπορεί να ασκήσει πρωτόγνωρη εξουσία πάνω σου. Για τον Μαρκ Ο’ Μπράιαν, που υποδύεται έναν τεχνικό που βοηθάει τον Φρίλαντ στην έρευνα του, είναι τρομαχτικό το γεγονός ότι οι χάκερς μπορούν να ελέγξουν τα πάντα. «Είναι πολύ τρομαχτικό. Μοιάζει με φοβερή τεχνολογική εξέλιξη, αλλά όπως σε κάθε τέτοια περίπτωση, κάτι τέτοιο μπορεί να στραφεί εναντίον μας».

Το να τα βγάλεις πέρα σε μία τέτοια εποχή, είναι ακόμα πιο δύσκολο αν έχεις ξεκινήσει την καριέρα σου ως αστυνομικός παλαιάς κοπής. Ο Κολμ Φιόρε λέει σχετικά: «Παίζω έναν ντετέκτιβ που είναι το αφεντικό του Σαλ. Είναι παλιοί φίλοι και έχουν δουλέψει μαζί για χρόνια. Έπρεπε να μάθουν να δουλεύουν σε αυτό το καινούριο σύμπαν. Ξέρεις είναι όπως όταν θεωρούσαμε ότι η Interpol ήταν μια καταπληκτική εξέλιξη ως διεθνής αστυνομικός οργανισμός. Μετά είχαμε το διαδίκτυο με όλες τις φοβερές ανακαλύψεις. Αλλά στον κόσμο του «Anon» έχουμε κάνει ένα μεγάλο βήμα μπροστά και ο χαρακτήρας μου είναι λίγο δεινόσαυρος και δεν νιώθει πολύ άνετα με όλο αυτό».

Διαβάστε   Ο "Καπετάν Μιχάλης" του Νίκου Καζαντζάκη μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη με πρωταγωνιστή τον Αιμίλιο Χειλάκη

ΣΤO ΜΥΑΛΟ ΤΟΥ AΝΤΡΙΟΥ ΝΙΚΟΛ

Αυτού του είδους τα πολύπλοκα ζητήματα συνεπήραν τον Όουεν που δηλώνει θαυμαστής του έργου του Νίκολ. «Έχω διαβάσει πολλά σενάρια του Άντριου και είναι από τα πιο ενδιαφέροντα. Το γράψιμο του καταπιάνεται με ένα θέμα που είναι πολύ σχετικό και σημαντικό για την εποχή μας. Αλλά επιπλέον, πέρασα πολύ ωραία στη συνεργασία γιατί δεν είναι μόνο πάρα πολύ έξυπνος, έχει και φοβερό χιούμορ».

Όταν τη ρωτάνε για τον σκηνοθέτη, που είναι διαβόητα γλυκομίλητος και περνάει την επιβολή του στο γύρισμα ήσυχα, η Αμάντα Σέιφριντ σχολιάζει γελώντας: «Το μυαλό του δουλεύει με έναν τρόπο που δεν είναι προσβάσιμος. Αλλά μου αρέσει αυτό γιατί ξέρω ότι έχει όλες τις απαντήσεις που χρειάζομαι. Ξέρει ακριβώς τι θέλει».

«Ο κόσμος που δημιουργεί είναι πολύ ελκυστικός» λέει η ηθοποιός. «Όλα είναι εξωπραγματικά. Όλα είναι ατμοσφαιρικά, όλα έχουν κάτι από φιλμ νουάρ. Αλλά βγάζει νόημα σε έναν δυστοπικό κόσμο, όπως αυτόν που χτίζει. Είναι συναρπαστικό να ζεις σ’ αυτόν για λίγο. Μπορεί να είναι κουραστικό, αλλά είναι συναρπαστικό».

Ο Φιόρε συμφωνεί και επαυξάνει: «Ο Άντριου Νίκολ έχει το στυλ και την ευαισθησία για να κάνει τα πάντα με σχολαστικό σχεδιασμό, ομορφιά και κομψότητα, είτε στο σενάριο είτε στη σκηνοθεσία, στην επιλογή των πλάνων, στον τρόπο που περιγράφει τι θέλει. Το να ζεις στον κόσμο του, να είσαι μέρος του, να καταλαβαίνεις τι κάνει, είναι πραγματικά συναρπαστικό».

ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ;

Αν ο Σαλ Φρίλαντ είναι τα μάτια του «Anon», μια γυναίκα που κανείς μας, ούτε ο Σαλ, θα γνωρίσει, είναι η καρδιά της ιστορίας. Ο Νίκολ ήξερε από την αρχή ότι η συνεργάτιδα του από την ταινία «In Time», Αμάντα Σέιφριντ, ήταν κατάλληλη για τον ρόλο. «Αν θες εκφραστικά μάτια δεν χρειάζεται να ψάξεις πέρα από την Αμάντα» λέει ο Νίκολ. «Αλλά ήθελα και λίγο τσαμπουκά, που η Αμάντα, παρόλο που είναι εύθραυστη, μπορεί να δώσει».

«Είναι φοβερή ηθοποιός» δηλώνει ο Κλάιβ Όουεν. «Είναι τέλεια για τον ρόλο γιατί είναι χαρισματική, εντυπωσιακή και με έναν τρόπο άπιαστη. Αυτό είναι τέλειο γιατί ο χαρακτήρας της είναι άπιαστος επίσης. Έχει μεγάλη επίδραση στην ταινία, καθώς όλοι προσπαθούν να την εντοπίσουν κι εκείνη ξεφεύγει».

Η Σέιφριντ ενδιαφέρθηκε πολύ για έναν τόσο αινιγματικό ρόλο. «Είναι δύσκολος ρόλος, γιατί ως ηθοποιός, ήθελα να συνδέομαι με τους άλλους. Και Το Κορίτσι είναι αποκομμένο από όλους. Έπρεπε να παίξω έναν χαρακτήρα που κρύβεται τόσο πολύ ενώ είναι πολύ δυνατή στην ιστορία. Γι΄ αυτό ήθελα να κάνω αυτή την ταινία. Γι΄ αυτό και για τον Άντριου».

Η Σέιφριντ επίσης ενδιαφέρεται πολύ για το θέμα της ταινίας. Τη διαμάχη ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό που είναι πολύ οικείο ζήτημα από τότε που ξεκίνησε η καριέρα της. «Ως δημόσιο πρόσωπο, καμιά φορά νιώθω ευάλωτη» εξηγεί η ηθοποιός. «Παλιά υπήρχαν όρια, αλλά δυστυχώς τώρα έχουν εκλείψει. Έπαιξα πρόσφατα έναν ρόλο στο θέατρο που είχε σκηνές με γυμνό και ένιωσα ασφαλής γιατί ήταν σε ένα θέατρο για 300 άτομα και έβγαζε νόημα για έναν τέτοιο χαρακτήρα να έχει τέτοιες σκηνές. Αλλά κάποιος έβγαλε βίντεο και ένιωσα πολύ εκτεθειμένη και ότι έχασα τον έλεγχο. Είναι ξεκάθαρο για μένα ότι η ιδιωτικότητα είναι αγαθό και πρέπει να παλέψεις για να το έχεις».

Παρά το μυστήριο που την περιβάλλει, Το Κορίτσι, είναι με τον τρόπο της ο πιο θαρραλέος χαρακτήρας στην ταινία. Έχει κάνει κάτι που είναι ασύλληπτο για το σύμπαν της ιστορίας. Έχει διαλέξει να κινείται εκτός του συστήματος.

Για τον Φιόρε, η άρνηση να μοιραστείς το οτιδήποτε δικό σου είναι ριζοσπαστική. «Για να έχουμε μυστικά, πρέπει να έχουμε κάνει κάτι εγκληματικό, κάτι διεστραμμένο, αν αποφασίσουμε να μην το μοιραστούμε. Αλλά Το Κορίτσι απλώς λέει ότι δεν έχει τίποτα να κρύψει. Ότι δεν έχει τίποτα που θέλει να μας δείξει. Για μένα αυτό ήταν γροθιά στο κατεστημένο των προσδοκιών. Μου έκοψε την ανάσα. Σκέφτηκα ότι είναι πολύ απλό και κομψό την ίδια στιγμή».

Διαβάστε   Σε επανέκδοση "Ο Κόκκινος Κύκλος" του Ζαν Πιερ Μελβίλ

Το «Anon» μπορεί να εξερευνά τα θέματα της επιτήρησης, όπου οι κανόνες της ιδιωτικότητας έχουν εκλείψει, αλλά χρησιμοποιεί όλες τις συμβάσεις του φιλμ νουάρ. Το είδος είναι γνωστό για τις μοιραίες γυναίκες με το μυστηριώδες παρελθόν και τις θολές προθέσεις. Είναι επίσης γνωστό για το πώς βλέπει αυτούς τους γυναικείους χαρακτήρες μέσα από το αντρικό βλέμμα. «Η ηδονοβλεψία είναι σίγουρα μέρος ενός φιλμ νουάρ» παραδέχεται η ηθοποιός. «Αλλά το ενδιαφέρον είναι όταν όλοι βλέπουν όλους».

ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝΤΑΣ ΕΝΑΝ ΝΕΟ ΟΠΤΙΚΟ ΚΟΣΜΟ

Όπως σε όλες τις ταινίες του Νίκολ, έτσι και στο «Anon» η αλληλεπίδραση με την τεχνολογία έχει μια εκλεπτυσμένη υφή. Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα στις σκηνές που οι ντετέκτιβ βλέπουν αρχεία από τον Αιθέρα. Οι ηθοποιοί έπρεπε να ερμηνεύουν χωρίς να βλέπουν την πληροφορία αυτή, καθώς η προσθήκη του υλικού αυτού θα γινόταν σε δεύτερο χρόνο. Επίσης, αυτό συμβαίνει και στις σκηνές που απλώς περπατάνε στο δρόμο. «Οπτικά, είναι πολύπλοκη ταινία» λέει ο Όουεν. «Πήρε χρόνο να συνηθίσω γιατί δείχνουμε έναν κόσμο, όπου οι χαρακτήρες αντιδρούν συνεχώς σε ερεθίσματα που δεν μπορούσαμε να δούμε όταν κάναμε το γύρισμα».

Ο σκηνοθέτης επιστράτευσε στοιχεία της αισθητικής του φιλμ νουάρ, τα οποία συνδύασε με μελλοντικές συνθήκες για να υπογράψει κάτι που μοιάζει με τη λογική του αγαπημένου «Gattaca». «Ποτέ δεν δηλώνω πότε διαδραματίζεται η ταινία γιατί μου αρέσει να το βλέπω σε παράλληλο παρόν, ειδικά αφού μπορούμε να σχετιστούμε με πολλά θέματα που δείχνει. Ήθελα ο κόσμος και τα ρούχα να είναι κλασικά. Ο απόλυτος στόχος ήταν να γειώσουμε την ταινία, ώστε το κοινό να βλέπει τον εαυτό του στους χαρακτήρες».

Στην οθόνη, αυτό μεταφράζεται σε κλασικά αυτοκίνητα στους δρόμους της σύγχρονης Νέας Υόρκης, σε άντρες με κουστούμια, σε μία αψεγάδιαστη μοιραία γυναίκα, σε μεγάλα κτίρια, χρυσές ακτίνες φωτός που διασχίζουν το κάδρο και όμορφες συνθέσεις που έρχονται σε αντίθεση με όλη την άστοχη πληροφορία που χωνεύουμε σε ταχείς ρυθμούς.

EΝΑ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΘΕΜΑ

Ο Άντριου Νίκολ βρήκε το θέμα του νωρίς στην καριέρα του, το οποίο έχει παραμείνει στο μυαλό του καθώς είναι ένα μεγάλο ζήτημα του καιρού μας. Η προβληματική σχέση ανάμεσα στην ανθρωπότητα και τις τεχνολογικές ανακαλύψεις. «Πάντα με ενδιέφερε η ισορροπία ανάμεσα στην ανθρώπινη φύση και την τεχνολογία. Επιστρέφω σε αυτό το ερώτημα ξανά και ξανά γιατί δεν φεύγει ποτέ. Είναι η εποχή που ζούμε, προσπαθούμε συνεχώς να ισορροπήσουμε ανάμεσα στα δύο» λέει ο δημιουργός.

«Ξέρεις, είναι εύκολο να πεις ότι πρέπει να ξέρουμε τα πάντα για τους πάντες, γιατί ζούμε σε επικίνδυνους καιρούς» λέει ο Όουεν. «Αλλά υπάρχουν πολλοί κίνδυνο σε αυτό. Δεν είναι κάτι με το οποίο νιώθω άνετα. Αλλά, συχνά μοιραζόμαστε τόνους πληροφορίας χωρίς να το ξέρουμε. Δεν καταλαβαίνουμε πόσα αποκαλύπτουμε κάθε φορά που είμαστε online. Οπότε σιγά σιγά μπαίνουμε σε έναν κόσμο που δεν υπάρχει ιδιωτικότητα. Έχει γίνει ριζική αλλαγή στον τρόπο που ζούμε. Κι αυτό δεν είναι απαραίτητα καλό ή υγιές».

«Νομίζω ότι είναι μια προκλητική ταινία που θα μας αναγκάσει να αναρωτηθούμε σοβαρά» λέει ο Φιόρε. «Το ευρύτερο ερώτημα είναι τι είδους περιορισμούς μπορούμε να θέσουμε με νόμιμους όρους; Πώς και πότε η ηθική μπλέκεται με την καλή διακυβέρνηση, με την πάταξη του εγκλήματος; Αυτή είναι η ουσία αυτού για το οποίο μιλάμε στην ταινία και στον κόσμο σήμερα».

Η ιδιωτικότητα είναι μια βαθιά και αφηρημένη αξία, αλλά η κοινωνία δεν την έχει υπερασπιστεί όσο πρέπει. Με το «Anon» o Άντριου Νίκολ ρωτάει μέχρι πού θα φτάσουμε. «Το ενδιαφέρον με τον πόλεμο για ιδιωτικότητα είναι ότι τον έχουμε ήδη χάσει. Δεν υπήρξε ποτέ. Παραδώσαμε την ιδιωτικότητα μας, χωρίς αγώνα, στην υπηρεσία της ευκολίας. Το «Anon» οδηγεί αυτή τη διαμάχη στη λογική της κατάληξη» συμπεραίνει καταλήγοντας ο σκηνοθέτης.

 

ANON

Σκηνοθεσία: Άντριου Νίκολ

Πρωταγωνιστούν: Κλάιβ Όουεν, Αμάντα Σέιφριντ, Κολμ Φιόρε, Μαρκ Ο’ Μπράιαν, Σόνια Γουάλγκερ και Ίντο Γκόλντμπεργκ

Διάρκεια: 100΄

*Η ταινία θα βγεί στους κινηματογράφους στις 3 Μαϊου 2018