Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: η αριστουργηματική “Ατλαντίδα” που διαφοροποιεί το σινεμά από τις άλλες μορφές τέχνης…

Του Δημήτρη Αλέτρα (αποστολή στη Θεσσαλονίκη)

Ανατολική Ουκρανία, έτος 2025, στον απόηχο ενός ολέθριου πολέμου. Το περιβάλλον έχει πληγεί ανεπανόρθωτα, ολόκληρη η περιοχή έχει κηρυχθεί μη κατοικήσιμη και οι άνθρωποι περιφέρονται σαν στοιχειά, γυρεύοντας τρόπο να νιώσουν ζωντανοί. Ο Σέργκιϊ, ένας πρώην στρατιώτης που υποφέρει από μετατραυματικό στρες, συμμετέχει σε μια εθελοντική ομάδα που ταυτοποιεί τους νεκρούς των μαζικών τάφων. Η παγωμένη φωνή τού ιατροδικαστή συνυφαίνεται με την ωμότητα και την ψυχρή μουντάδα του δυστοπικού τοπίου, σε μια ταινία που αναζητά την ελπίδα που φυτρώνει στα πιο ανέλπιστα μέρη, και την ανθρωπιά που επιζεί κάτω απ’ τα χαλάσματα.

Ο Βαλεντίν Βασιανόβιτς, αναλαμβάνοντας χρέη σκηνοθέτη, διευθυντή φωτογραφίας, μοντέρ και παραγωγού, υπογράφει ένα δείγμα άριστης κινηματογραφικής γραφής. Πρόκειται για μια από τις ελάχιστες ταινίες που αξιοποιεί πλήρως την πρώτη ύλη που διακρίνει τον κινηματογράφο από τις υπόλοιπες μορφές τέχνης‧ το χρόνο. Το φιλμ αποτελείται, λοιπόν, από μονοπλάνα, στατικά στην πλειοψηφία τους, όπου η δράση περνά σε δεύτερη μοίρα. Αντίθετα, προτεραιότητα αποκτά το να βιώσει ο ίδιος ο θεατής την καταστροφή που έχει επέλθει μετά τον πόλεμο, βλέποντας τους ανθρώπους να περιφέρονται στα τραυματισμένα εδάφη της ανατολικής Ουκρανίας. Γινόμαστε μάρτυρες του ολέθρου στις ζωές των ανθρώπων, παρακολουθώντας σε πραγματικό χρόνο τον Σέργκιϊ να περιφέρεται στα ερείπια του σπιτιού του πριν τον πόλεμο (μία από τις δύο σκηνές όπου η κάμερα κινείται).

Ο ευρυγώνιος φακός της κάμερας, το γύρισμα σε deep focus και η έλλειψη κοντινών πλάνων παρουσιάζουν τον άνθρωπο όχι ως ανεξάρτητη μονάδα, αλλά ως οργανικό μέρος του φυσικού περιβάλλοντος. Η κρίση έχει διαστάσεις, τόσο εξωτερικές (εκδηλώνονται με την οικολογική καταστροφή), όσο κι εσωτερικές (ο πόλεμος ωθεί τους πρώην στρατιώτες είτε στην αυτοκτονία μέσα στον πυρακτωμένο χάλυβα, είτε στη συνειδητοποίηση ότι πλέον η αίσθηση του «φυσιολογικού» έχει στρεβλωθεί ανεπανόρθωτα για τους ίδιους). Το μετα-αποκαλυπτικό τοπίο, θυμίζοντας τη «Ζώνη» στο Στάλκερ, δε λειτουργεί ως απλό σκηνικό. Η φύση είναι ακόμη ένας σιωπηλός πρωταγωνιστής. Πληγωμένη, ερειπωμένη, καμμένη και χωρίς να μπορεί πλέον να στηρίξει τη ζωή, αντικατοπτρίζει την εσωτερική κατάσταση των απλών ανθρώπων. Ο πόλεμος διήρκησε λίγο, η απομάκρυνση του τεράστιου αριθμού των ναρκών που βρίσκονται θαμμένες στη γη μπορεί να χρειαστεί δεκαετίες, ενώ η εξαφάνιση των τοξινών από το νερό -γεγονός που θα καταστήσει την περιοχή ασφαλή για τους ανθρώπους- απαιτεί εκατοντάδες χρόνια.

Διαβάστε   Μεγάλη έκθεση των εικαστικών έργων του Νίκου Κούνδουρου στο 60ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Ο Βασιάνιοβιτς δε χρησιμοποιεί καθόλου μουσική στο φιλμ. Κάτι τέτοιο θα μετασχημάτιζε τα πλάνα του, προσδίδοντάς τους πρόσθετο συναισθηματικό χρώμα. Αντίθετα, ενδιαφέρεται να αποδώσει την πραγματικότητα όπως την αντιλαμβάνεται ο ίδιος, χωρίς ωραιοποίηση. Ο ήχος της βροχής, των μηχανών των οχημάτων και των βιομηχανικών μονάδων συνθέτει ένα ακόμα επίπεδο με το οποίο δίνεται πρόσθετη πληροφορία στους θεατές (εκτός των εικόνων). «Οι ήχοι πρέπει να γίνουν μουσική», όπως παρατηρούσε ο Ρομπέρ Μπρεσόν.

Κοντά στην εθελόντρια Κάτια, ο Σέργκιϊ παρακολουθεί τη διαδικασία ταυτοποίησης των πτωμάτων των στρατιωτών, σκηνές που αποδίδονται με αποστασιοποίηση, απάθεια και παντελή έλλειψη συναισθήματος. Μέσα στο κατεστραμμένο τοπίο, εκείνοι έρχονται κοντά ο ένας στον άλλο. Πρόκειται για μία από τις εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις ταινιών, όπου μια ερωτική σκηνή προέρχεται από απόλυτη αναγκαιότητα, και αναδεικνύεται σε μια σχεδόν πνευματική πράξη. Δεν είναι «σύμβολο» της αγάπης που ανθίζει σ’ αυτές τις συνθήκες ή της ζωής στο άγονο τοπίο. Αντίθετα, o καθένας τους προσπαθεί να σώσει τον άλλο, σαν δυο ανθρώπους που πνίγονται και κρατούν ο ένας τον άλλο ώστε να σωθούν.

 

Ατλαντίδα (Atlantis)

Σκηνοθεσία: Valentyn Vasyanovych

Ηθοποιοί: Andriy Rymaruk, Liudmyla Bileka, Vasyl Antoniak

Διάρκεια: 108´