Αέρα! Αέρα! Αέρα!

Του Νίκου Αρτινού

Πόλεμος ίσον θέαμα. Γι’ αυτό ο πόλεμος είναι ο καλύτερος φίλος του κινηματογράφου, αφού η 7η Τέχνη είναι η κατεξοχήν Τέχνη (τεχνική και επιστήμη), που βασίζεται απόλυτα στις λειτουργίες του αμφιβληστροειδούς του ματιού. Ο θεατής «βλέπει» σινεμά και διαμέσου της όρασης ενεργοποιούνται και όλες οι υπόλοιπες ανθρώπινες αισθήσεις. Από αυτή την άποψη, ο πόλεμος αποτελεί το καλύτερο θεματολογικό πεδίο για τους κινηματογραφιστές-δημιουργούς, όταν μιλάμε για Τέχνη καθώς και για τους βιομήχανους του θεάματος, όταν μιλάμε για την εκμετάλλευση της ταινίας ως εμπορικό προϊόν.

Χρήμα και Τέχνη ικανοποίησαν και ικανοποιήθηκαν από τη βάρβαρη αυτή διάσταση της ανθρώπινης φύσης- που έχει ως σκοπό την επικράτηση του ισχυρότερου- διαμέσου της χρήσης των όπλων και της βίας. Τα αποτελέσματα του πολέμου είναι ο θάνατος-πολλές φορές φρικαλέος-και η καταστροφή.

Ο κινηματογράφος χρησιμοποίησε τον πόλεμο σε δύο θεματολογικά επίπεδα. Το πρώτο αφορά την απεικόνισή του σε όλο του το «βρώμικο» μεγαλείο. Οι θεαματικές σκηνές μάχης και αναμετρήσεων μέχρι θανάτου, σε συνδυασμό με τις παράπλευρες ανθρώπινες ιστορίες, ύμνησαν τον πόλεμο στο σελιλόιντ, καλύπτοντας ολόκληρο το ειδολογικό φάσμα του κινηματογράφου (αμιγώς πολεμικές ταινίες, θρίλερ, κωμωδίες, αισθηματικές ταινίες, μελοδράματα, κ.λπ.). Το δεύτερο επίπεδο αφορά την ανάπτυξη μιας διαλεκτικής πάνω στην ιδέα του Πολέμου, την αναγκαιότητά του(;), την ηθική του(;), και τον κώδικα τιμής που ακολουθούν οι άνθρωποι όταν πολεμούν μεταξύ τους. Στο δεύτερο επίπεδο, ο «κινηματογραφικός πόλεμος» αποτελεί αφορμή για σκέψη, για αναζήτηση φιλοσοφικών συμπερασμάτων καθώς και για «ανταλλαγή πυρών» μεταξύ των μιλιταριστών και των ειρηνιστών.

Στην Ελλάδα, ουσιαστικά, ο πόλεμος στο σινεμά αναδείχθηκε στα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του 1940. Πιο συγκεκριμένα, τότε που τελείωσε ο διχαστικός εμφύλιος πόλεμος. Τότε ήταν που ξεκίνησαν να γυρίζονται και οι περισσότερες ελληνικές παραγωγές που αντλούσαν τη θεματολογία τους από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και, κυρίως, από το έπος του Αλβανικού μετώπου. Ήταν πράγματι θαυμαστό αυτό που κατόρθωσαν οι Έλληνες μετά το «ΟΧΙ» της 28ης Οκτωβρίου 1940. Κατάφεραν και συνέτριψαν τους Ιταλούς με εκπληκτικές μάχες, επιδεικνύοντας  τρομερή γενναιότητα. Βέβαια, είναι ακόμα πιο εκπληκτικό το γεγονός ότι, αυτοί οι ίδιοι οι Έλληνες, που πολέμησαν με τόση γενναιότητα στα βουνά της Πίνδου, ατόνησαν όταν εισέβαλαν στην Ελλάδα οι Γερμανοί, έξι μήνες μετά, τον Απρίλιο του 1941.

Οι πρώτες ταινίες που γυρίστηκαν στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση, αναπόφευκτα είχαν ως θέμα τους το Μεγάλο Πόλεμο. Τα φιλμ ήταν ανώδυνες, φτωχές παραγωγές και είχαν ένα διδακτικό ύφος, με θέματα από το Αλβανικό μέτωπο και από την Κατοχή. Έτσι, το 1945 προβλήθηκαν οι ταινίες «Ραγισμένες Καρδιές» του Ορέστη Λάσκου με τους Λάμπρο Κωνσταντάρα και Στέλλα Γκρέκα και «Αδούλωτοι σκλάβοι» του Βίωνα Παπαμιχάλη με τους Έλλη Λαμπέτη και Ηλία Σταματίου. Το 1948 προβλήθηκε η γνωστή κωμωδία του Αλέκου Σακελάριου «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», με τον ανεπανάληπτο Βασίλη Λογοθετίδη. Στην ταινία, ο Αλέκος Σακελάριος σάρκαζε με μια υποδόρια μελαγχολία και δηκτικό χιούμορ τις μέρες της κατοχής αλλά και της εθνικής αντιπαράθεσης, που τότε μαινόταν.  Όπως  και να’ χει, ο κινηματογραφικός Ελληνικός πόλεμος ξεκίνησε ουσιαστικά το 1948 με την ταινία «Η τελευταία αποστολή» του Φιλοποίμενα Φίνου σε σκηνοθεσία Νίκου Τσιφόρου. Στο φιλμ πρωταγωνιστούσαν οι Σμαρούλα Γιούλη, Βασίλης Διαμαντόπουλος, Νίκος Τζόγιας και Δήμος Σταρένιος και η υπόθεση αφορούσε στις περιπέτειες μιας νέας γυναίκας στη διάρκεια της κατοχής.

Η ταινία, μια βδομάδα αφότου βγήκε στις αίθουσες,  γνώρισε μια-εξίσου κινηματογραφικών προδιαγραφών-περιπέτεια, εξαιτίας της υποτιθέμενης- μη τήρησης συγκεκριμένων κωδίκων- συμπεριφοράς από μέρους των δημιουργών της ταινίας. Οι κώδικες αυτοί ήταν στα πρότυπα του Μακαρθισμού, που εκείνη την εποχή επιδόθηκε σε ένα απάνθρωπο κυνήγι κομουνιστικών μαγισσών στο Χόλιγουντ, με τη διαφορά ότι στην Ελλάδα δινόταν επιπλέον έμφαση στην-εθνικών χαρακτηριστικών-προπαγάνδα. Το υπουργείο Ασφαλείας και η ΕΣΑ θεώρησαν ότι το φιλμ δυσφημίζει την Ελλάδα. Ο Φιλοποίμην Φίνος παίρνει την απόφαση να αποσύρει την ταινία, αλλάζει το σενάριο και αφού, τελικά, τη «βουτάει» στην εθνική κολυμπήθρα του Σιλωάμ, την αναβαπτίζει, παίρνοντας πιστοποιητικό εθνικοφροσύνης. Έτσι, η ταινία συνεχίζει κανονικά την προβολή της φροντίζοντας, όμως, να εξάρει τη γενναιότητα των Ελλήνων, οι οποίοι- παρά την κατοχή- παρέμειναν αδούλωτοι….

Τα επόμενα χρόνια οι περισσότερες ταινίες που παρήχθησαν ακολουθούσαν λίγο πολύ το ίδιο μοτίβο. Η γενναιότητα της φυλής θεωρείται αδιαπραγμάτευτη, τα ανδραγαθήματα των Ελλήνων αποκτούν επική διάσταση, ο μελοδραματισμός είναι αναπόσπαστο κομμάτι της μυθοπλασίας. Με βάση τα παραπάνω είδαμε στον ελληνικό κινηματογράφο απίστευτα πράγματα: την Αλίκη Βουγιουκλάκη με άψογη κόμμωση να μάχεται στην Αντίσταση έχοντας τον βαθμό του…Υπολοχαγού («Υπολοχαγός Νατάσα»), τη Τζένη Καρέζη να πολεμά με «ψυχή και σώμα» για τα ιδανικά της πατρίδας, δρώντας-αυθόρμητα αλλά και εκ των συνθηκών αναγκασμένη-ως κατάσκοπος στις παραμονές του πολέμου («Κονσέρτο για Πολυβόλα») και το Χρήστο Πολίτη να δίνει ανυπέρβλητης ανδρείας μάχες από τα οχυρά Ρούπελ έως την Κρήτη. Στην ουσία, οι ταινίες αυτές αποτέλεσαν μέρος της παιδαγωγικής του λαού, ο οποίος -πέρα από τη φυλετική εθνική καθαρότητα του αίματος- έπρεπε να γαλουχηθεί και από μια σειρά κατορθωμάτων, τα οποία «θα θυμούνται οι παλιότεροι και θα μαθαίνουν οι νεότεροι». Ο κινηματογράφος των πολεμικών ταινιών αποτέλεσε ένα καρποφόρο όργανο προπαγάνδας, οδηγώντας, πολλές φορές, τους πολίτες στην εδραίωση ενός ρατσισμού και μιας επίκτητης φασιστικής συμπεριφοράς,  η οποία – πλέον – αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής πολιτικής καθημερινότητας.

Τα χαρακτηριστικότερα φιλμικά δείγματα αυτού του ύφους γυρίστηκαν κυρίως τη δεκαπενταετία 1960-1975.  Οι πιο γνωστές ταινίες που αποδείχθηκαν χρυσωρυχείο στο box office της εποχής είναι οι εξής:

  • «Προδοσία» (1964) του Κώστα Μανουσάκη με τους Πέτρο Φυσούν, Έλλη Φωτίου, Μάνο Κατράκη
  • «Όχι» (1969) του Ντίμη Δαδήρα με τους Κώστα Πρέκα και Βέρα Κρούσκα
  • «Υπολοχαγός Νατάσα» (1970) του Νίκου Φώσκολου με τους Αλίκη Βουγιουκλάκη και Δημήτρη Παπαμιχαήλ
  • «Στη μάχη της Κρήτης» (1971) του Βασίλη Γεωργιάδη με τους Χρήστο Πολίτη, Γιάννη Βόγλη και Φερνάντο Σάντσο
  • «28η Οκτωβρίου 1940, ώρα 5:30» (1971) του Κώστα Καραγιάννη με τους Χρήστο Πολίτη, Λάκη Κομνηνό, Βέρα Κρούσκα και Φερνάντο Σάντσο
  • «Μια γυναίκα στην Αντίσταση» (1971) του Ντίνου Δημόπουλου, με τους Τζένη Καρέζη, Κώστα Καζάκο, Άγγελο Αντωνόπουλο.
  • «Οι τελευταίοι του Ρούπελ» (1971) του Γρηγόρη Γρηγορίου με τους Χρήστο Πολίτη και Βέρα Κρούσκα.
  • «Αέρα! Αέρα! Αέρα!» (1972) του Κώστα Ανδρίτσου με τους Γιάννη Βόγλη, Ξένια Καλογεροπούλου, Χρήστο Νέγκα και Πέτρο Φυσσούν
  • «Οι γενναίοι πεθαίνουν δύο φορές» (1973) του Τάκη Βουγιουκλάκη με τους Άγγελο Αντωνόπουλο και Γκέλυ Μαυροπουλου

Ο Άλλος… Πόλεμος

Πέρα απ’ αυτές τις ταινίες, υπήρχε και ο άλλος κινηματογράφος ο οποίος – με αφορμή τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την Κατοχή- οδηγούσε τη θέαση σε υψηλού επιπέδου αισθητική, προσπαθώντας ν’ αντιμετωπίσει το θέμα πέρα από τις εθνικιστικές διαστάσεις κι εξάρσεις, και να το προσεγγίσει αισθητικά, ιστορικά, ηθικά και ψυχολογικά. Οι ταινίες αυτές, αν και λιγοστές, έγραψαν με χρυσά γράμματα την ιστορία τους και, εν πολλοίς, οδήγησαν τον Ελληνικό κινηματογράφο σε άλλες κατευθύνσεις.

  • «Ξυπόλητο τάγμα» (1954) του Γκρεγκ Τάλας με ερασιτέχνες ηθοποιούς. Η ταινία επηρεασμένη από το κίνημα του νεορεαλισμού είναι μια υπέροχη ιστορία αντίστασης που εξελίσσεται κατά τη διάρκεια της Κατοχής στη Θεσσαλονίκη. Το «Ξυπόλητο τάγμα» αφορά στην αληθινή ιστορία 160 παιδιών, που η δράση τους πήρε διαστάσεις μύθου όταν διώχτηκαν από τα ορφανοτροφεία της Θεσσαλονίκης από τους Ναζί κατακτητές στα χρόνια της κατοχής του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα παιδιά οργανώθηκαν σε μια ηρωική συμμορία μικρών «Ρομπέν των Δασών», που κλέβουν από τους Γερμανούς και τους μαυραγορίτες για να συντηρήσουν τα μέλη της κι όσους μπορούν από τον κόσμο γύρω τους.
  • «Ουρανός» (1962) του Τάκη Κανελλόπουλου με τους Τάκη Εμμανουήλ, Φαίδωνα Γεωργίτση, Ελένη Ζαφειρίου. Αντιπολεμικό αριστούργημα με αφορμή αφηγήσεις απλών ανθρώπων που βίωσαν την αιματηρή σφοδρότητα του Ελληνοιταλικού πολέμου και επέστρεψαν στα σπίτια τους κυριολεκτικά καταρρακωμένοι. Η ταινία συμμετείχε στο Φεστιβάλ των Καννών το 1962 ενώ ο Φρεντερίκο Φελίνι τότε δήλωσε πως ο «Ουρανός» είναι ένα εξαιρετικό φιλμ.
  • «Μπλόκο» (1965) του Άδωνι Κύρου   με τους Κώστα Καζάκο, Μάνο Κατράκη, Ξένια Καλογεροπούλου, Γιάννη Φέρτη και Αλεξάνδρα Λαδικού. Πρόκειται για μια ταινία που αναφέρεται στο «μπλόκο της Κοκκινιάς». Προβλήθηκε στην «Εβδομάδα κριτικής» του Φεστιβάλ Καννών  το 1966.