Η Τζόντι Φόστερ στο “Hotel Artemis”: έχει πλάκα να παίζεις μία γκριζομάλλα, δυναμική κυρία…

Λος Άντζελες, 2028. Οι  δρόμοι είναι αδιαπέραστοι καθώς εξελίσσεται η  πιο βίαιη εξέγερση στην ιστορία της πόλης. Μέσα στο απόλυτο χάος, μία συμμορία ληστών (Στέρλινγκ Κ. Μπράουν, Μπράιαν Ταϊρί Χένρυ) τραυματίζεται από πυρά αστυνομικών. Η μόνη ελπίδα είναι το Hotel Artemis, ένα νοσοκομείο τελευταίας τεχνολογίας αποκλειστικά για εγκληματίες με αυστηρούς κανόνες και ιδιοκτήτη έναν αρχιμαφιόζο (Τζεφ Γκόλντμπλαμ). Η Νοσοκόμα (Τζόντι Φόστερ) διοικεί το μέρος για 22 χρόνια και μπορεί να γιατρέψει ακόμα και τα πιο δύσκολα περιστατικά. Την ίδια νύχτα έχουν κάνει τσεκ ιν μία λάγνα Γαλλίδα δολοφόνος (Σοφία Μπουτέλα), ένας ναρκισσιστής έμπορος όπλων (Τσάρλι Ντέι), ενώ ο ιδιοκτήτης και ο εκρηκτικός γιος του (Ζάκαρι Κουίντο) κατευθύνονται προς τα εκεί. Επίσης, ένας τραυματισμένος αστυνομικός (Κένεθ Τσόι) που ικετεύει τη Νοσοκόμα να τον δεχτεί, πράγμα που παραβαίνει τους κανόνες που τηρούνται ευλαβικά 22 ολόκληρα χρόνια.

Τη δεκαετία του 1920, οι σουίτες στο επινοημένο Ξενοδοχείο είχαν τα ονόματα δημοφιλών τουριστικών προορισμών. Έναν αιώνα μετά, όλοι οι φιλοξενούμενοι έχουν τις κωδικοποιημένες ονομασίες των δωματίων τους, ως ένδειξη της ανωνυμίας και της νοσηλείας τελευταίας τεχνολογίας. Οπότε ο ληστής Σέρμαν ανακηρύσσεται Γουακίκι, όταν κάνει τσεκ ιν, ενώ ο αδελφός του κυκλοφορεί ως Χονολουλού. Η μοιραία από τη Γαλλία λέγεται Νίκαια, ο έμπορος όπλων είναι ο Ακαπούλκο και ο ιδιοκτήτης είναι ο Νιαγάρα. Για να μπουν τα μέλη έχουν ένα τσιπάκι ενσωματωμένο στους καρπούς τους. Δεν γίνονται εξαιρέσεις, όπως θα μάθει ο απεγνωσμένος αιμόφυρτος αστυνομικός.

Ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Ντρου Πρις φαντάστηκε κάθε λεπτομέρεια αυτού του μελλοντικού κόσμου αντλώντας έμπνευση από το συναρπαστικό Λος Άντζελες. «Είμαι από τη Σκωτία, έζησα στην Αγγλία το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου» λέει ο Πιρς. «Μου αρέσει η σχετικά πρόσφατη ιστορία της πόλης, σε σύγκριση με το Λονδίνο. Στην ταινία βλέπεις 100 χρόνια ζωής σε ένα κτίριο και τα επίπεδα της ιστορίας είναι εμφανή ταυτόχρονα. Είναι όπως η ίδια η πόλη. Το Λος Άντζελες έχει δική του προσωπικότητα. Δεν ξέρεις ποτέ το εσωτερικό ενός μέρους με βάση το εξωτερικό του. Το πιο καλό εστιατόριο μπορεί να είναι πίσω από μία πόρτα ενός ρημαγμένου εμπορικού κέντρου και αυτό με συναρπάζει. Φαίνεται και στην ταινία».

Η Τζόντι Φόστερ απολαμβάνει τη ματιά του δημιουργού. «Μεγάλωσα εδώ. Έχει μια νοσταλγία η ταινία, που τη νιώθω κι εγώ. Η ταινία αγαπά αυτή την πόλη, αυτό το μέρος με τις ευκαιρίες, την παρανομία και την πλούσια κινηματογραφική ιστορία. Ο Ντρου δημιούργησε κάτι τόσο πρωτότυπο, τόσο αφοπλιστικά πλούσιο σε εικόνες που βλέπεις το Λος Άντζελες μέσα από νέο φακό. Η ταινία έχει στοιχεία θρίλερ, αλλά έχει φτιάξει έναν δικό της κόσμο. Είναι ανάμεσα σε διάφορα κινηματογραφικά είδη».

Διαβάστε   "Morbius": Ο Jared Leto μεταμορφώνεται στον αινιγματικό αντιήρωα της Marvel

Ο Στέρλινγκ Κ. Μπράουν που παίζει τον Γουακίκι λέει: «Είναι ταυτόχρονα φιλμ νουάρ και φουτουριστικό. Αστείο και παθιασμένο. Βρισκόμαστε σε ένα συναρπαστικό περιβάλλον όπου οι εγκληματίες δεν είναι όλοι ίσοι».

Πολλά είναι τα θέματα στο Hotel Artemis και πολλά συμφέρονται συγκρούονται. Ανεξαιρέτως, όλοι οι εγκληματίες θέλουν το ίδιο πράγμα. «Πρέπει να μπούμε μέσα, να ξεφύγουμε από την αστυνομία και μετά να βγούμε» λέει ο Μπράουν.

Η καταιγιστική δράση μπορεί να λαμβάνει χώρα σε μία νύχτα, αλλά ο δημιουργός πήρε τον χρόνο του για να υφάνει την ιστορία. «Έχει έγκλημα, έχει επιστημονική φαντασία και έχει γονίδια για να είναι οπτικά καθηλωτική. Επίσης, τιμά το Λος Άντζελες».

«Μόλις αποφάσισα να κάνω την ταινία, υποσχέθηκα στον εαυτό μου να καταγράψω την ιδέα στην πιο αγνή της μορφή, να κάνω δηλαδή μία ανεξάρτητη ταινία και όχι μία ταινία από στούντιο» αποκαλύπτει ο δημιουργός. «Δεν έχω μετανιώσει για αυτή την απόφαση. Είμαι περήφανος για τη διαδικασία και τους ανθρώπους που συνεργάστηκαν μαζί μου. Ήθελα να είναι χωνευτήρι πολλών ιδεών και θεμάτων, με βάθος. Όπως τις καλύτερες αστυνομικές περιπέτειες και ταινίες επιστημονικής φαντασίας με τις οποίας μεγάλωσα».

Ο Πιρς και οι παραγωγοί συμφώνησαν να κάνουν γυρίσματα στο Λος Άντζελες. «Τίποτα δε μοιάζει με το Λος Άντζελες» λέει ο παραγωγός Μαρκ Πλατ, που είχε αναλάβει και την παραγωγή του «La La Land» δημιουργώντας ένα ακόμα εμβληματικό πορτρέτο της πόλης. «Είναι σαν ένας ακόμα χαρακτήρας στην ταινία και θέλαμε το κοινό να το νιώσει αυτό όσο πιο οργανικά γίνεται». Έτσι, η ταινία γυρίστηκε σχεδόν εξολοκλήρου στο κέντρο σε πολλές διαφορετικές τοποθεσίες.

Πηγή έμπνευσης για το Hotel Artemis ήταν το Hotel Alexandria που ήταν το πιο διάσημο ξενοδοχείο του Λος Άντζελες, όταν άνοιξε το 1906. Όμως, η ταινία έχει πολλά φουτουριστικά στοιχεία, όπως τρισδιάστατους εκτυπωτές που αναπαράγουν ανθρώπινα όργανα, αλλά και όπλα και διάφορα άλλα ρομποτικά εργαλεία που χρησιμοποιεί η Νοσοκόμα για να θεραπεύσει τους ασθενείς.

Αυτή η μείξη του παλιού με το καινούριο φαίνεται και στα ρούχα των χαρακτήρων μέσα από πινελιές της δεκαετίας του ’70. Το κουστούμι του Γουακίκι, για παράδειγμα, έχει στοιχεία από του δεκαετία ’70 σε στυλ Στιβ ΜακΚουίν.

Διαβάστε   Απαγωγή

Για να αποδώσει το στοιχείο του φουτουρισμού ο δημιουργός μίλησε με έναν ειδικό της NASA. «Μιλήσαμε για την τεχνολογία που θα δείχναμε στην ταινία. Κάθε κομμάτι, από το νυστέρι μικροκυμάτων μέχρι το σπρέι για πολύποδες, είτε ήδη υπάρχει, κι ας μην το ξέρουμε ακόμα, είτε θα είναι πραγματικότητα στα επόμενα πέντε χρόνια. Η ιστορία λαμβάνει χώρα σε δέκα χρόνια από τώρα, οπότε πολλά μπορούν να αλλάξουν μέχρι τότε, αλλά ήθελα όλα να μοιάζουν αληθινά και ενσωματωμένα στις ζωές των χαρακτήρων».

Αυτή η φιλοσοφία οδήγησε τον Πιρς σε μία συγκεκριμένη αποτύπωση των κοινωνικών συνθηκών και της ανθρώπινης συμπεριφοράς. «Οι φυσικές καταστροφές και η αστυνομική βία είναι προβλήματα που ο κόσμος και ειδικά οι Αμερικανοί αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο» λέει ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος. «Τα προβλήματα και οι συνέπειες που βλέπουμε στην ταινία είναι μέσα στις πιθανότητες κι αυτό κάνει την αλήθεια της ταινίας πιο έντονη, αν και σε υπερβολικό βαθμό».

Ανάμεσα σε όλα, το να είναι πειστικές οι ιατρικές τεχνικές ήταν κι αυτό ζητούμενο. Μία νοσοκόμα, που έχει κάνει και σπουδές υποκριτικής, επιστρατεύτηκε στο γύρισμα για όλες τις ιατρικές σκηνές, αλλά και στο προκαταρκτικό στάδιο της παραγωγής για να δώσει συμβουλές για τον εξοπλισμό. Η ίδια η Τζόντι Φόστερ ήθελε να ξέρει γιατί κάνει αυτό που κάνει στις σκηνές της ταινίας. Το ίδιο συνέβη και με τον Μπαουτίστα, που υποδύεται τον βοηθό της, ο οποίος ήθελε να καταλάβει ποιες είναι οι τεχνικές ενός νοσοκόμου, όπως το να βάλει μάσκα οξυγόνου σε έναν ασθενή, να τρυπάει με ψεύτικες βελόνες και διάφορα άλλα.

Τη μουσική της ταινίας ανέλαβε το Κλιφ Μαρτίνεζ, ο οποίος έχει στο ιστορικό του ταινίες όπως το «Drive», οπότε ο Πιρς ήξερε ότι ο συνθέτης θα έδινε τη σωστή χροιά νοσταλγίας και μοντέρνου στην ταινία. «Ήθελα η μουσική να είναι έντονη και συναισθηματική. Είναι δύσκολο να δώσεις ήχο στο μέλλον και ρομαντικό να ντύσεις το παρελθόν του ξενοδοχείου» λέει ο δημιουργός. «Ο Κλιφ ήταν η πρώτη μου επιλογή γιατί η δουλειά του είναι σύγχρονη και έχει συναίσθημα. Είναι μαέστρος στο είδος του και η μουσική έκανε για την ταινία ήταν το τελευταίο τέλειο κομμάτι του παζλ».

Η Νοσοκόμα είναι ένας χαρακτήρας γεμάτος αντιφάσεις. Δυνατή και φοβισμένη, θεραπεύει τους άλλους ενώ η ίδια παίρνει τα λάθος φάρμακα. Παρ’ όλα αυτά, δίνει τα πάντα στη δουλειά της. Είναι συμπονετική, αλλά λογική. Η καλύτερη νοσοκόμα. Όλα μπορεί να τα αντιμετωπίσει με εξαίρεση το παρελθόν της. Ως διευθύντρια του ξενοδοχείου, μένει στη σουίτα με το όνομα Λος Άντζελες. Η Φόστερ απόλαυσε αυτόν τον χαρακτήρα. «Έχει πλάκα να παίζεις μία γκριζομάλλα, δυναμική κυρία. Έχεις τους κανόνες της και τους επιβάλλει, αλλά έχει και κρίσεις πανικού και δεν βγαίνει καθόλου έξω για χρόνια. Είναι σαν φυλακισμένη στον ίδιο της τον πόνο».

Διαβάστε   "Εκκόλαψη": Όταν οι ταινίες ενηλικίωσης συναντούν το body horror σε ένα φινλανδικό πορτρέτο της φύσης του μητρικού ενστίκτου

Παρ’ όλο που είναι φυλακισμένη, έχει τη συντροφιά του ευγενικού γίγαντα Έβερεστ. «Η σχέση μας είναι σαν την ιστορία αγάπης της ταινίας» λέει η Φόστερ. «Η Νοσοκόμα τον πήρε όταν ήταν ένας νεαρός συμμορίτης  που τον είχαν πυροβολήσει. Θα κάνει τα πάντα για αυτήν».

Ο Ντέιβ Μπαουτίστα, που παίζει τον Έβερεστ, έχει γίνει γνωστός από τους Φύλακες του Γαλαξία και ήθελε πολύ να αναλάβει έναν πιο δραματικό ρόλο «Είναι πολύ ευγενικός» λέει ο δημιουργός. «Έδωσε πολύ συναίσθημα στην ταινία».

Ο Πιρς συγκέντρωσε πρωτοκλασάτο καστ για το ντεμπούτο του και είναι ευγνώμων και κατενθουσιασμένος για τους ηθοποιούς του. «Κάθε ηθοποιός έδωσε κάτι φοβερό στην ταινία. Η Τζόντι Φόστερ είναι απίστευτη, ανακάλυψε μόνη της το σενάριο και μας βρήκε. Μη με ρωτήσετε πώς το βρήκε». Η συμμετοχή της Φόστερ, όπως ήταν φυσικό, επηρέασε με τον καλύτερο τρόπο τους πάντες, ηθοποιούς και συνεργείο.

Στην ταινία, όλοι οι χαρακτήρες πρέπει να βρουν τρόπο να βοηθήσουν τον εαυτό τους. «Οι αναταραχές που συμβαίνουν έξω, αιχμαλωτίζουν τους φιλοξενούμενους του ξενοδοχείο που δεν έχουν πολλές επιλογές. Όμως το πραγματικό πρόβλημα είναι μέσα. Η Νοσοκόμα είναι παγιδευμένη στον ίδιο την τον πόνο. Ο Γουακίκι είναι αιχμάλωτος σε μία καταστροφική σχέση με τον αδελφό του, που είναι εθισμένος. Η Νίκαια είναι αιχμάλωτη της σαδιστικής δουλειάς της και ο Ακαπούλκο είναι φυλακισμένος στις ίδιες τους τις ανασφάλειες. Αυτή είναι η κλασική αφήγηση του Λος Άντζελες, από τη «Λεωφόρο της Δύσης» μέχρι τον «Πρωτάρη» και το «Hotel California» των Eagles. Είναι μία πόλη σε επίχρυσο κλουβί» καταλήγει ο δημιουργός.

 

Hotel Artemis

Σκηνοθεσία/Σενάριο: Ντρου Πιρς

Πρωταγωνιστούν: Τζόντι Φόστερ,  Στέρλινγκ Κ. Μπράουν, Σοφία Μπουτέλα, Τζεφ Γκόλντμπλαμ, Μπράιαν Ταϊρί Χένρυ, Τζένι Σλέιτ, Ζάκαρι Κουίντο, Τσάρλι Ντέι, Ντέιβ Μπαουτίστα

Διάρκεια: 97΄

Η ταινία θα βγει στις ελληνικές αίθουσες στις 14 Ιουνίου 2018