Η άλλη όψη της ελπίδας: ιστορία ουμανισμού με κάποιες σεναριακές αφέλειες

Του Γιάννη Τοτονίδη

Μία ταινία με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη χώρα μας ήταν η τελευταία ταινία του Φινλανδού σκηνοθέτη Άκι Καουρισμάκι. Όχι τόσο γιατί σε αυτήν γίνεται συχνή αναφορά του ονόματος της Ελλάδας, αλλά επειδή κατά κύριο λόγο πραγματεύεται ένα θέμα που βιώσαμε βαθιά στο πετσί μας ως λαός εδώ και χρόνια. Με αντιδιαμετρικές απόψεις του κόσμου, αλλά σίγουρα με εικόνες που έστρεψαν τα βλέματα της υφηλίου πάνω μας, ακόμη και αστέρες του Χόλιγουντ. Χωρίς πάντα με καλοπροαίρετους σκοπούς.

Στην ταινία του Φινλανδού Καουρισμάκι συναντάμε το Σύριο πρόσφυγα Καλέντ. Έχει χάσει την οικογένεια του στον πόλεμο και ψάχνει σε όλη την Ευρώπη να βρει την αδερφή του. Σε αντίθεση με τους “δικούς” μας πρόσφυγες που έφταναν μέσα από λαθρέμπορους που θησαύρισαν από την αγωνία, την ανασφάλεια και την άγνοιά τους, ο Καλέντ φθάνει στο Ελσίνκι κρυμμένος μέσα σε ένα εμπορικό πλοίο που μεταφέρει κάρβουνο. Χωρίς χρήματα, χωρίς λαθρέμπορους, χωρίς παράνομες συμφωνίες. Απλά, προσπαθώντας να αποφύγει τον ξυλαδαρμό του από επιθετικούς νεαρούς στο Γκντανσκ της Πολωνίας.

Από την άλλη, συναντάμε τον Βίκστρομ, πλασιέ ανδρικών πουκαμίσων. Μετανάστης κι αυτός στην πατρίδα του, αφού εγκαταλείπει γυναίκα, σπίτι και δουλειά. Ευνοούμενος της Τύχης, κερδίζει πολλά χρήματα σε μια καλή παρτίδα πόκερ και αποφασίζει να ζήσει το όνειρό του: να ανοίξει ένα εστιατόριο. Μόνο που το εστιατόριο που αγοράζει, πάει πακέτο με τους αντισυμβατικούς υπαλλήλους του. Κάπου εκεί συναντώνται οι δύο χαρακτήρες. Ο Καλέντ, αφού απορρίπτεται η αίτησή του για άσυλο, δραπετεύει από το “κέντρο φιλοξενίας” και η Μοίρα τον βοηθά να βρει “άσυλο” στον σκουπιδότοπο του ιδιόρρυθμου εστιατορίου του Βίκστρομ, ο οποίος του προσφέρει δουλειά. Έτσι, οι δύο ταξιδιώτες της Ζωής ξεκινούν μαζί το μονοπάτι για το Μέλλον.

Ο Άκι Όλαβι Καουρισμάκι είναι Φινλανδός σεναριογράφος και σκηνοθέτης. Έχει εργαστεί ως λαντζιέρης, ταχυδρόμος και κριτικός κινηματογράφου. Ξεκίνησε την καριέρα του σκηνοθετώντας μαζί με τον αδελφό του Μίκα Καουρισμάκι. Από την αρχή έχει δημιουργήσει ένα προσωπικό, ιδιότυπο κινηματογράφο. Ανήκει στους πρωτοκλασάτους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού σινεμά των τελευταίων ετών. Χαρακτηριστικά στοιχεία του ύφους του είναι: μαύρο χιούμορ, σκληρή πραγματικότητα, πολύ rock ’n’ roll, άφθονο αλκοόλ, αθωότητα, μινιμαλισμός, απλότητα αφήγησης, ωριμότητα και πρόσωπα ανέκφραστα. Συνεχίζοντας την τριλογία ταινιών που διαδραματίζονται σε πόλεις με λιμάνια, έτσι όπως την ξεκίνησε το 2011 με το «Le Havre», μέσα από μια αλληλουχία κωμικοτραγικών γεγονότων, άλλοτε “ελαφριών”, άλλοτε “βαριών”, φτιάχνει μια γλυκιά, ουμανιστική, απλή ιστορία. Χωρίς διάθεση διδακτισμού ή ηθικοπλαστικών μηνυμάτων.

Διαβάστε   Τα τριάντα χρόνια του «Κύκλου των χαμένων ποιητών»

Όσο κι αν εκτιμώ τον δημιουργό, όμως αδυνατώ να σιωπήσω στις σεναριακές αφέλειες, λάθη και ευκολίες που διαπιστώνει κανείς στην ταινία. Όπως για παράδειγμα ο τρόπος με τον οποίο δραπετεύει ο Σύριος από τους αντιπάλους του που τον στριμώχνουν στη στάση του λεωφορείου. Ή η ευκολία να κερδίσει ένα τεράστιο ποσό στα χαρτιά από μαφιόζο χαρτοπαίκτη στη λέσχη. Ή να αγοράσει ένα μαγαζί που βγάζει μάτια ότι μόνο για επένδυση δεν ενδείκνυται. Ή η άγνοιά του ότι οι μουσουλμάνοι δεν πίνουν αλκοόλ. Θα δεχόμουν ότι ο Σύριος δεν είναι “θερμός” ισλαμιστής, αλλά σε δύο σκηνές αποδεικνύεται ακριβώς το αντίθετο. Η μία, όταν βρίσκεται με το σκυλί κρυμμένος στις ανδρικές τουαλέτες και λέει βγαίνοντας “αυτό το σκυλί είναι πολύ έξυπνο. Του μίλησα για λίγο αράβικα και ασπάστηκε τον ισλαμισμό”. Και η άλλη, όταν αποφασίζουν με τον ομοεθνή του να βγουν από το κέντρο φιλοξενίας και να πάνε κάπου να πιουν. “Πάμε σε κανένα μπαρ; Θα έπινα μια μπύρα ή ό,τι άλλο πίνουν αυτοί οι άπιστοι”.

Στο Σύμπαν του Καουρισμάκι, εξαρχής της πορείας του, συνυπήρχαν η Αλληλεγγύη, η Συμπόνια και η Ανθρωπιά. Όπως δήλωσε ο ίδιος και στη συνέντευξη τύπου που ακολούθησε στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, όπου απέσπασε την Αργυρή Άρκτο Σκηνοθεσίας, φιλοδοξία του είναι να αλλάξει τον κόσμο. Όσο μπορεί να αλλάξει τον κόσμο η Τέχνη. Εκείνο όμως που αποδεικνύεται με την “Ελπίδα” του είναι ότι ο δημιουργός δεν έχει κόψει τον ομφάλιο λώρο του από τον πλακούντα της Ανθρωπιάς, αλλά βρίσκεται σε διαρκή και άμεση επαφή με όσα συμβαίνουν γύρω του. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον λοιπόν η ταινία με την οποία θα ολοκληρώσει την τριλογία του.

Διαβάστε   Είναι απαραίτητη η παραγωγή ταινιών είδους, προσαρμοσμένες στην ελληνική εθνογραφία

Η ΑΛΛΗ ΟΨΗ ΤΗΣ ΕΛΠIΔΑΣ (TOIVON TUOLLA PUOLEN / THE OTHER SIDE OF HOPE)

Σκηνοθεσία: Άκι Καουρισμάκι

Ηθοποιοί: Σερβάν Χαγί, Σακάρι Κουοσμάνεν, Γιάνε Χιτιαΐνεν, Ιλκα Κοϊβούλα, Νούπου Κοΐβου, Σίμον Χουσεΐν Αλ-Μπαζούν

Διάρκεια: 98΄